Ο Γιάννης Τσαρούχης υπήρξε κάτι περισσότερο από μία εμβληματική μορφή του ελληνικού εικοστού αιώνα· υπήρξε ένας κορυφαίος εθνικός ευεργέτης του πνεύματος, ένας αγαθός, μαζί και ειρωνικός ελεήμων της πραγματικότητας. Ήταν ένας σπουδαίος εικαστικός και ένας άνθρωπος που το τίποτα το μετέτρεπε σε «κάτι». Μια προσωπικότητα που εμπνεόταν από πηγές συγκίνησης, μεταφυσικής χαράς, ανθρώπινης μορφής και χρησιμοποιούσε τη χρωματική καθαρότητα. Ο Τσαρούχης, όμως, υπήρξε και ένας λάτρης του λόγου, ένας απρόσμενος ειλικρινής ανατροπέας του συμβατικού. Ο λόγος του για την τέχνη του υπήρξε ένας λόγος διαφωτισμού. Στα χρόνια που μας πέρασαν δεν ήταν λίγοι οι άνθρωποι που έμαθαν πολλά όχι μόνο από το καλλιτεχνικό του έργο, αλλά και από το ομιλητικό του ύφος. Η απλότητα, το χιούμορ, η αυτοϋπονόμευση, η ειλικρίνεια συγκροτούσαν ένα ακόμα μέρος του συνολικού Λόγου της ύπαρξής του, δηλαδή της δημιουργίας του.

Μαθητής του Κόντογλου ήταν ο Γιάννης Τσαρούχης που απεικόνισε ως θέμα σε ζωγραφικό του έργο, ένα κίτρινο «Αυγό του Πάσχα» Το θέμα λειτουργεί συμβολικά και παραπέμπει «στο θαύμα της ζωής και στην παντοτινά αγέραστη νεότητα της φύσης» όπως είχε δηλώσει ο ίδιος ο δημιουργός. Ο Τσαρούχης ζωγράφισε το έργο το 1965, σε μια πασχαλινή περίοδο, κατά τη διάρκεια της διαμονής του στο Παρίσι. Ο ίδιος λέει: «Το 1965, πηγαίνοντας στο Παρίσι για την πρεμιέρα των “Ορνίθων”, επισκέφθηκα τις Βερσαλίες και ζωγράφισα ένα αυγό απ’ το οποίο θα γεννιόνταν, ούτως ειπείν, ένα σωρό φανταστικά τοπία. Με είχαν επηρεάσει τα σύννεφα που είδα στα ταβάνια των Βερσαλιών. Τα περισσότερα απ’ αυτά τα τοπία έγιναν μέσα στο τραίνο που μ’ έφερνε στην Ελλάδα. Τα υπόλοιπα έγιναν στην Ελλάδα, εξετέθησαν στο παλαιοπωλείο του Μεζίκη Παρηγόρη και πουλήθηκαν όλα. Η πώληση αυτή μου έδωσε τα μέσα να χτίσω ένα πάτωμα στο σπίτι του Μαρουσίου».
Σε μια παλαιότερη συνέντευξή του στον Ματθαίο Μουντέ, είχε πει: «Είµαι φυτοφάγος και για µένα η Ανάσταση δεν είναι το ψητό αρνί που µάλλον µε αποτροπιάζει και µου θυµίζει τον Αθανάσιο Διάκο. Η Ανάσταση µέσα µου συνδέεται πολύ περισσότερο µε την αιώνια ζωή του ανθρώπου και την παντοτινά αγέραστη νεότητα της φύσεως. Πάντα ο νους µου πηγαίνει στον Αδωνι και στην Περσεφόνη που επανέρχεται και πάντοτε συνταυτίζεται µέσα µου η Δήµητρα µε την Παναγία. Πείτε µε νεοκλασικό, ροµαντικό, ειδωλολάτρη ή πανθεϊστή, έτσι σκέφτοµαι, αυθόρµητα. Για να μου ξαναμιλήσει η Ανάσταση του Χριστού και η Λαμπρή και να αρθώ στο ύψος των αναμνήσεών μου, χρειάζεται ψυχική αγνότης και συγκέντρωση. Ενας καλλιτέχνης άλλωστε πρέπει να καλλιεργεί πάντα αυτή την αγνότητα, όπως ένας αθλητής τη φόρμα του. Τις αξίες της Ρωμιοσύνης μέσα μου τις αφήνω ελεύθερες να ζήσουν ή να πεθάνουν. Τους δίνω τις καλύτερες συνθήκες επιβιώσεως, προσπαθώντας να είμαι αληθινός και ουσιαστικός. Απεχθάνομαι τη φαρισαϊκή συντήρηση των μορφών που δεν έχουν αντίκρισμα ουσίας. Εν τούτοις πάντοτε βάφω αβγά, όπου και αν βρίσκομαι, και γενικά ό,τι μπορώ να διατηρήσω, ό,τι έμαθα από τη μάνα μου και τον πατέρα μου το συντηρώ γιατί και μια κουταμάρα να είναι, όταν γίνεται επί πολλούς αιώνες, παίρνει αξία και δίνει δύναμη. (…) Προτιμώ τη συντηρητικότητα από τη χυδαιότητα του δήθεν ελεύθερου στοχαστή. Απεχθάνομαι τις περιττές ελευθερίες όσο μεγάλες και αν είναι».
Χριστός Ανέστη
Καλό Πάσχα
Πηγές: Από το βιβλίο «Γιάννης Τσαρούχης, Ζωγραφική, σ.ΙΧ’»
Μουσείο Μπενάκη, «Γιάννης Τσαρούχης. Εικονογράφηση μιας αυτοβιογραφίας»