H αντίστροφη μέτρηση για μια ξεχωριστή βραδιά έχει ήδη ξεκινήσει. Στις 23 Ιουνίου οι The Stranglers γιορτάζουν στον εμβληματικό χώρο του Ηρωδείου τα πενήντα χρόνια από την ίδρυσή τους: Μια συναρπαστική και θυελλώδη καριέρα σε μια βραδιά που θα μείνει αξέχαστη, κάτω από τη σκιά της Ακρόπολης. Μια «Χρυσή Επέτειος» 50 χρόνια μουσικής ιστορίας, 50 χρόνια αδιαπραγμάτευτης δημιουργίας, καινοτομίας και ακατάβλητου πάθους.

“No More Heroes”, “Peaches”, “Nice ‘n’ Sleazy”, “Something Better Change”, “Duchess”, “Strange Little Girl”, “Midnight Summer Dream”, “La Folie”, “European Female”, “Skin Deep”, “No Mercy”, “Always The Sun”, “Let Me Down Easy”, “Nice In Nice”, “Big In America”, “Shakin’ Like A Leaf” και φυσικά το αινιγματικό “Golden Brown”: αυτές οι εμβληματικές επιτυχίες και τόσες άλλες αποτελούν το «χρυσό» αποτύπωμα των Stranglers στον κόσμο της μουσικής.

Με αφορμή την συναυλία τους στο Ηρώδειο ρίχνουμε μια ματιά στα δέκα καλύτερα άλμπουμ των Stranglers κατά τη γνώμη μας, ενός από τα παλαιότερα συγκροτήματα που γεννήθηκαν πριν από το πανκ και πριν συνδεθούν με το πανκ όταν αυτό εμφανίστηκε. Αν και είναι αλήθεια ότι πιθανώς δεν είναι καθαρά πανκ, διατηρούν μια πολύ πιστή βάση οπαδών και εξακολουθούν να είναι αγαπημένοι συνομήλικων τους οι οποίοι συνεχίζουν να αγοράζουν τους δίσκους τους και να παρακολουθούν τις συναυλίες τους 50 χρόνια μετά, αλλά και στις νεότερες γενιές καθώς η μουσική τους έχει γίνει γνωστή με εκατομμύρια downloads και αναπαραγωγές στο Spotify και το YouTube.

Οι Stranglers σχηματίστηκαν το 1974 στο Guildford του Surrey. Το πρώτο τους άλμπουμ, Rattus Norvegicus, κυκλοφόρησε το 1977, την χρονιά που το πανκ απογειώθηκε, πράγμα που σήμαινε ότι ταίριαζαν καλά με αυτό το νέο μουσικό φαινόμενο που είχε κατακλύσει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ωστόσο, οι Stranglers δεν περιορίστηκαν ποτέ σε ένα είδος, αλλά δοκίμασαν και άλλα στυλ, όπως το Art Rock και το New Wave. Έχουν επηρεάσει πολλά συγκροτήματα τόσο του πανκ όσο και του εναλλακτικού ροκ.

Συνολικά, οι The Stranglers έχουν κυκλοφορήσει 17 στούντιο άλμπουμ, τα οποία έχουν όλα μπει στο top 40 του Ηνωμένου Βασιλείου, καθιστώντας τους ένα από τα πιο επιτυχημένα συγκροτήματα της πανκ εποχής. Μια τεράστια καμπή στην καριέρα του συγκροτήματος ήρθε όταν ο τραγουδιστής Hugh Cornwell αποχώρησε από το συγκρότημα το 1990. Αυτό δεν εμπόδισε όμως την επιτυχία του συγκροτήματος, καθώς συνέχισαν να κυκλοφορούν πολλά ακόμη άλμπουμ που έτυχαν θερμής υποδοχής τα επόμενα χρόνια. Ας δούμε τα 10 καλύτερα άλμπουμ τους κατά την γνώμη μας
10
Το τελευταίο άλμπουμ του Cornwell με το συγκρότημα, έφτασε στο νούμερο 15 των βρετανικών charts και παρέμεινε εκεί για τέσσερις εβδομάδες. Το άλμπουμ με παραγωγό τον Roy Thomas Barker χαρακτηρίζεται από την χρήση πνευστών οργάνων. Ένα από τα κομμάτια που περιλαμβάνονται είναι μια διασκευή του hit «96 Tears» της garage μπάντας των 60s, Question Mark and The Mastrian, το οποίο κατάφερε να μπει στα charts του Ηνωμένου Βασιλείου στο νούμερο 17. Ο Cornwall αποφάσισε να αποχωρήσει από το συγκρότημα μετά την κυκλοφορία του δίσκου, καθώς ένιωθε ότι η μπάντα είχε εξαντλήσει τη δημιουργικότητά της. Κατά ειρωνικό τρόπο, ενώ τα άλλα μέλη εξέφρασαν αρνητικές απόψεις για το 10, ο Cornwell θεώρησε ότι το αποτέλεσμα ήταν καλό.
Norfolk Coast
Το δέκατο πέμπτο άλμπουμ της μπάντας κυκλοφόρησε το 2004, έξι χρόνια μετά το προηγούμενο. Ήταν το πρώτο άλμπουμ στο οποίο συμμετείχε ο Baz Warne στην κιθάρα, ο οποίος έγινε πολύ αγαπητός στους υπόλοιπους μέλη της μπάντας, γράφοντας πολλά τραγούδια. Η είσοδος του Warne στη μπάντα την ανέβασε εμπορικά, με ένα από τα τραγούδια του, το «Big Thing Coming», να φτάνει στο νούμερο 31 στα βρετανικά singles charts και να γίνεται έτσι το πρώτο τους hit στο top 40 μετά από μια δεκαετία. Σε γενικές γραμμές, σε όλο το άλμπουμ η μπάντα φαίνεται να ανακτά τις δυνάμεις της μετά από μια περίοδο ελαφρώς απογοητευτική. Τόσο ο μπασίστας JJ Burnell όσο και ο κιμπορντίστας Dave Greenfield κάνουν εντυπωσιακά πράγματα. Ήταν το τελευταίο άλμπουμ με τον Paul Roberts στα φωνητικά.
Giants
Μετά την αποχώρηση του Roberts το 2006, ο οποίος αντικατέστησε τον Cornwell το 1990, οι Burnell και Warne ανέλαβαν οι ίδιοι τα φωνητικά. Το άλμπουμ παίζει πολύ με τον ήχο του, συνδυάζοντας το πανκ ροκ με διάφορα άλλα στυλ, μερικές φορές επεκτείνοντας τον ήχο των προηγούμενων άλμπουμ και άλλες φορές επιστρέφοντας στις ρίζες τους στη δεκαετία του ’70. Τα κομμάτια του περιλαμβάνουν το «Another Camden Afternoon» και το εξαιρετικό ομώνυμο κομμάτι. Έχει λάβει πολύ καλές κριτικές από την κυκλοφορία του και χρειάστηκαν δύο χρόνια για να ολοκληρωθεί, μεταξύ των περιοδειών και των εμφανίσεων σε φεστιβάλ.
Aural Sculpture
Eίναι το όγδοο άλμπουμ της μπάντας το 1984. Με αυτό το άλμπουμ, η μπάντα έκανε άλλη μια στροφή 180 μοιρών, καθώς χρησιμοποιεί πολύ ακουστική κιθάρα και πνευστά όργανα. Το άλμπουμ ήταν επιτυχημένο, φτάνοντας στο νούμερο 14 των charts και βγάζοντας τρία singles, μεταξύ των οποίων το «Skin Deep». Μέχρι αυτό το σημείο, η μπάντα είχε προχωρήσει πολύ από τις πανκ ρίζες της και με αυτό το άλμπουμ είχε μαλακώσει πολύ. Ξεχωριστά κομμάτια του άλμπουμ είναι τα «Soul» «No Mercy» και «Let me Down Easy».
La Folie
Το έκτο άλμπουμ του συγκροτήματος από το 1981 τους βρήκε να προσπαθούν να ανακτήσουν την εμπορική επιτυχία που είχαν αρχίσει να χάνουν. Ο παραγωγός Tony Visconti είχε προφανώς λάβει οδηγίες να «αντιμετωπίσει κάθε τραγούδι σαν να ήταν single» και αυτό απέδωσε, καθώς το άλμπουμ γέννησε ένα από τα πιο διάσημα τραγούδια των Stranglers, το «Golden Brown». Παρά τις εμπορικές του προθέσεις, το άλμπουμ φαινόταν να θα καταλάμβανε χαμηλή θέση στα charts μετά την κυκλοφορία του. Ωστόσο, χάρη στο «Golden Brown», που έφτασε μέχρι το νούμερο 2 στα βρετανικά charts, ο δίσκος κατάφερε να φτάσει στο νούμερο 11 στα charts των άλμπουμ. Ξεχωρίζουν επίσης τα «La Folie» και «Strange Little Girl»
The Gospel According to the Meninblack
Κυκλοφόρησε νωρίτερα την ίδια χρονιά με το La folie και ο ήχος του πέμπτου άλμπουμ της μπάντας δεν θα μπορούσε να είναι πιο διαφορετικός, καθώς εγκαταλείπουν σχεδόν τον punk ήχο για μια σχεδόν progressive rock προσέγγιση. Το άλμπουμ είναι ένα concept album που ασχολείται με τις θεωρίες συνωμοσίας που αφορούν εξωγήινους που ζουν ανάμεσά μας, ενώ παράλληλα περιέχει πολλές αναφορές στη Βίβλο. Το άλμπουμ είναι πολύ synth-based, με τις κιθάρες να παίζουν δευτερεύοντα ρόλο σε πολλά κομμάτια. Ο Cornwell έχει δηλώσει ότι είναι το αγαπημένο του άλμπουμ των Stranglers.
The Raven
Το Raven είναι το τέταρτο άλμπουμ τους από το 1979. Αυτό το άλμπουμ ασχολείται με πολλά διαφορετικά θέματα, όπως η εξάρτηση από την ηρωίνη με το τραγούδι «Don’t Bring Harry», καθώς και διάφορα επίκαιρα θέματα, όπως η ιρανική επανάσταση («Shah shah a go go») και η γενετική μηχανική («Genetix»). Παραδόξως, το άλμπουμ θα έπρεπε να είχε φτάσει στο νούμερο 1 στα βρετανικά charts, αλλά έφτασε μόνο στο νούμερο 4 λόγω ενός λάθους. Οι Police κατέλαβαν την πρώτη θέση με ένα άλμπουμ που δεν είχε ακόμη κυκλοφορήσει, γεγονός που οδήγησε στη λανθασμένη καταχώριση των πωλήσεων αυτού του άλμπουμ.
No More Heroes
Tο δεύτερο άλμπουμ της μπάντας, κυκλοφόρησε μόλις πέντε μήνες μετά το πρώτο, το 1977. Μεταξύ των κομματιών που περιλαμβάνονται στον δίσκο είναι το διάσημο ομώνυμο κομμάτι, το οποίο είναι ένα από τα πιο επιτυχημένα singles τους. Το άλμπουμ ξεκινά με το τολμηρό κομμάτι «I Feel Like A Wog», το οποίο εκ πρώτης όψεως θα μπορούσε να θεωρηθεί ρατσιστικό, ωστόσο, η μπάντα δήλωσε ότι δεν ήταν καθόλου έτσι, λέγοντας ότι ο τίτλος ήταν ειρωνικός και γράφτηκε από την οπτική γωνία ενός ατόμου που ανήκει σε μια μειονότητα. Άλλα ξεχωριστά κομμάτια είναι το «Something Better Change», το οποίο κυκλοφόρησε και ως single, και το «Dead Ringer».
Black and White
Το Black and White είναι το τρίτο άλμπουμ του συγκροτήματος, που κυκλοφόρησε το 1978. Αυτό ήταν ένα άλμπουμ που είδε τους Stranglers να γίνονται πιο πειραματικοί, ιδιαίτερα με την προσέγγισή τους στον τρόπο δομής των τραγουδιών. Το «Curfew» είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα με τον ασυνήθιστο ρυθμό του, και δείχνει το συγκρότημα να πηγαίνει πολύ γρήγορα από την τυπική πανκ μουσική σε έναν πιο post-punk ήχο. Ήταν μία από τις πιο επιτυχημένες κυκλοφορίες του συγκροτήματος, φτάνοντας στη δεύτερη θέση του βρετανικού album chart.
Rattus Norvegicus
Το ντεμπούτο των Stranglers, που κυκλοφόρησε το κρίσιμο έτος 1977. Ως ένα από τα άλμπουμ με τις μεγαλύτερες πωλήσεις της πρώιμης πανκ εποχής, περιλαμβάνει το πιο διάσημο τραγούδι του συγκροτήματος, το «Peaches» (ένα τραγούδι που θεωρήθηκε σεξιστικό από ορισμένους κατά την κυκλοφορία του), καθώς και το «Get a Grip on Yourself».
Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε σε μόλις μία εβδομάδα και περιλαμβάνει όλα τα τραγούδια που η μπάντα έπαιζε στις ζωντανές εμφανίσεις της εκείνη την εποχή. Είχε μεγάλη επιτυχία όταν κυκλοφόρησε, φτάνοντας στο νούμερο τέσσερα των charts και ήταν ένα από τα καλύτερα άλμπουμ της χρονιάς σύμφωνα με το βρετανικό περιοδικό New Musical Express. Στα χρόνια που ακολούθησαν την κυκλοφορία του, θεωρήθηκε ένα από τα πιο σημαντικά άλμπουμ όλων των εποχών.