Στις πρεμιέρες αυτής της εβδομάδας ξεχωρίζουν το υποψήφιο για Όσκαρ animation «Οι Αναμνήσεις Ενός Σαλιγκαριού», το ελληνικό δράμα «Wishbone» της Πέννυς Παναγιωτοπούλου και το σουρεαλιστικό «Οικουμενική Γλώσσα» από τον Καναδά, ενώ προβάλλεται και το το διάσημο παραμύθι «Χιονάτη» της Disney, ριμέικ της κλασικής ταινίας κινουμένων σχεδίων του 1937, με ζωντανή δράση, που απευθύνεται κυρίως στο παιδικό και ευρύτερο κοινό.
Wishbone
Στην ταινία της Πέννυς Παναγιωτοπούλου, οι χαρακτήρες είναι μια ακόμα εκδοχή της προσπάθειας να τα βγάλουμε πέρα στην καθημερινή ζωή, ένα θέμα που διατρέχει πολλές από τις ευρωπαϊκές ταινίες. Όμως ο συγγραφέας (στα προηγούμενα έργα του οποίου περιλαμβάνονται το Hard Goodbyes: My Father and September) επέλεξε να δώσει στην ιστορία ένα πολύ ιδιαίτερο και σαφώς κοινωνικά εστιασμένο στίγμα σε αυτή την περίπτωση, φέρνοντας στο φως την κακοδιαχείριση στην οποία επιδίδονται ορισμένα δικηγορικά γραφεία που εκμεταλλεύονται την οικονομική δυσπραγία των ανθρώπων για να κατασκευάσουν ψεύτικες υποθέσεις ιατρικής αμέλειας προς ίδιον όφελος.
Πρόκειται για μια ταινία που θα μπορούσε κάλλιστα να έχει γυριστεί από τον Ken Loach, τον μετρ του αγγλικού κοινωνικού κινηματογράφου. Βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα και στην προσωπική εμπειρία του σκηνοθέτη, η ταινία υιοθετεί την οπτική γωνία του Κώστα (ηθοποιός του θεάτρου Γιάννης Καραμπάμπας, στον πρώτο του πρωταγωνιστικό ρόλο στον κινηματογράφο), ενός νεαρού που λατρεύει να τρέχει με τη μηχανή του με τους φίλους του, που αγαπάει τη Στέλλα (Ευθαλία Παπακώστα) και που εργάζεται ως φύλακας σε ένα δημόσιο νοσοκομείο, προσπαθώντας να βοηθήσει όσο μπορεί και συχνά υπερβαίνοντας το καθήκον του. Όταν ο αδελφός του πεθαίνει ξαφνικά, αναγκάζεται να φροντίσει την ανιψιά του και τη μητέρα της (Αλεξάνδρα Σακελαροπούλου), παρόλο που ο ίδιος δεν έχει πολλά χρήματα, αφού η μητέρα της μικρής δεν μπορεί να φροντίσει ούτε τον εαυτό της. Ο Κώστας είναι πλέον ο αρχηγός της οικογένειας και χρειάζεται χρήματα για να κρατήσει το σπίτι όπου ζουν όλοι μαζί. Ως εκ τούτου, όταν κάποιος του προτείνει να δώσει ψευδή κατάθεση εναντίον μιας αφοσιωμένης γυναίκας γιατρού στο νοσοκομείο του, με αντάλλαγμα ένα σωρό χρήματα που θα του έλυναν όλα τα προβλήματα, η συνείδησή του κλονίζεται.
Το Wishbone είναι μια ταινία με πολύ απλή δομή στη δίωρη διάρκειά της, ακολουθώντας τον Κώστα στη δουλειά του, στη σχέση του με τη Στέλλα με σκαμπανεβάσματα, στην αναζήτηση χρημάτων και, κυρίως, στο χρόνο που περνάει με την οικογένειά του. Οι σκηνές που γυρίστηκαν στο σπίτι, ειδικά στην τραπεζαρία-βεράντα όπου είναι στρωμένο το τραπέζι (και όπου παίζουν με ένα ευχολόγιο), είναι ζεστές και φωτεινές. Η Παναγιωτοπούλου, ισχυρίζεται ότι εμπνεύστηκε από τον αμερικανικό κινηματογράφο της δεκαετίας του 1970 για το φως και την ατμόσφαιρα της ταινίας, ακολουθεί μια φυσική και ρεαλιστική προσέγγιση για να αποτυπώσει την κατάσταση αυτής της οικογένειας που στέκεται όρθια σε πείσμα όλων και που βρίσκει παρηγοριά και στήριξη στην παρέα της, σε μια κατακερματισμένη κοινωνία όπου οι άνθρωποι σκέφτονται μόνο τον εαυτό τους και την επιβίωσή τους.
Αναμνήσεις ενός Σαλιγκαριού
Τι είναι χειρότερο από τα καβούκια που μας βάζουν οι άλλοι στη ζωή μας; Τα καβούκια που βάζουμε εμείς στον εαυτό μας. Αυτή η ιδέα των άυλων πραγμάτων που κουβαλάμε στις πλάτες μας, όπως η ανασφάλεια, η κατάθλιψη, η θλίψη και τα τραύματα, βρίσκεται στον πυρήνα του συγκινητικού stop-motion έπους του Adam Elliot «Memoir of a Snail», το οποίο δεν μοιάζει με καμία άλλη ταινία κινουμένων σχεδίων που θα δείτε φέτος. Είναι μια πανέμορφη ταινία, αλλά και μια συναισθηματικά έξυπνη ταινία, που αλλάζει και ρέει ανάμεσα στην κωμωδία και την τραγωδία, υπενθυμίζοντάς μας ότι η ζωή μπορεί να ζει μόνο μπροστά.
Η Σάρα Σνουκ (γνωστή από το «Succession») δίνει με λεπτότητα τη φωνή της Γκρέις, η οποία αφηγείται την ιστορία της ζωής της στο αγαπημένο της κατοικίδιο σαλιγκάρι, τη Σύλβια, μετά το θάνατο του τελευταίου ανθρώπου στη γη για τον οποίο νοιαζόταν, της καλύτερης φίλης της Πίνκι (μια υπέροχη Τζάκι Γουίβερ). Πρόκειται για μια ιστορία με αξιοσημείωτες δυσκολίες. Η μαμά πέθανε στη γέννα. Ο μπαμπάς ήταν παραπληγικός που δεν έζησε αρκετά για να μεγαλώσει την Grace ή τον δίδυμο αδελφό της Gilbert (τον οποίο εκφράζει ο Kodi Smit-McPhee στην ενήλικη ζωή του). Τα δίδυμα χωρίστηκαν μετά τον θάνατο του μπαμπά, στέλνοντας την Grace σε ένα ζευγάρι swingers -ναι, πρόκειται για μια σοκαριστικά ενήλικη stop-motion ταινία, που πιθανότατα θέτει νέο ρεκόρ γυμνού στη μορφή- και τον Gilbert σε μια οικογένεια θρησκευτικών φονταμενταλιστών στην άλλη άκρη της χώρας. Μεγάλο μέρος του «Απομνημονεύματα ενός σαλιγκαριού» αποτελείται από επιστολές που στέλνονται μπρος-πίσω μεταξύ της Γκρέις και του Γκίλμπερτ, με την υπόσχεση να επιστρέψουν ο ένας στον άλλον μόλις μπορέσουν να ξεφύγουν από το κέλυφος που τους έχει βάλει η ζωή. Το «Απομνημονεύματα ενός σαλιγκαριού» είναι μια από εκείνες τις τρυφερές ταινίες στις οποίες κάθε καρέ και κάθε ατάκα μοιάζει τόσο προσεκτικά μελετημένη, αλλά ταυτόχρονα δεν είναι κάπως υπερβολική. Κάποιοι μπορεί να διαφωνούν και να εύχονται να μπορούσε η ταινία να επιτρέψει σε κάποιον να πάρει συναισθηματικά ανάσα, αλλά δεν λειτουργεί έτσι μια τέτοια ιστορία. Καταγράφοντας ολόκληρη τη ζωή της Γκρέις μέχρι αυτό το σημείο, ο Έλιοτ μπορεί να εξερευνήσει τόσες πολλές διαφορετικές ιδέες, από την παιδική ανασφάλεια που έβαλαν στην Γκρέις οι νταήδες μέχρι την τρομερά επικριτική οικογένεια του Γκίλμπερτ και τον τρόπο με τον οποίο η Πίνκι διώχνει μακριά όλα όσα προσπαθούν να την κρατήσουν κάτω. Η χαρά της Πίνκι είναι απαραίτητη για την επιτυχία του «Απομνημονεύματα ενός σαλιγκαριού», μια υπενθύμιση της εγγενούς καλοσύνης της Γκρέις και του πώς πρέπει να ζούμε κάθε στιγμή σε αυτή τη γη στο έπακρο. Μια ταινία που μένει στη μνήμη και μπαίνει στην καρδιά, ένα πολυεπίπεδο έργο, για τη δύναμη της ελπίδας και την αντοχή, αριστοτεχνικά φτιαγμένο από έναν πραγματικό δημιουργό, που δεν μένει στις εντυπώσεις, αλλά υπερασπίζεται τις ιδέες του, με πάθος και ψυχή.
Οικουμενική Γλώσσα
Η ταινία του Matthew Rankin «Universal Language», μας μεταφέρει σε έναν κόσμο μεταξύ Τεχεράνης και Γουίνιπεγκ. Αν και οι γεωγραφικές αναφορές δείχνουν ότι πρόκειται για τον Καναδά, η γλώσσα είναι κυρίως φαρσί. Παρόλα αυτά, το εκκεντρικό ύφος και η αφήγηση της ταινίας μοιάζουν με αναδρομή στις ταινίες του ιρανικού Νέου Κύματος και σε αυτές που ακολούθησαν τις δεκαετίες του ’80 και του ’90. Σε μια ιστορία, δυο αδερφές βρίσκουν ένα χαρτονόμισμα μέσα στον πάγο και ξεκινά μια προσπάθεια να το ανακτήσει για να πληρώσει τα γυαλιά του συμμαθητή τους. Σε μια άλλη ιστορία, ένας δυσαρεστημένος ξεναγός ξεναγεί μια ομάδα αδιάφορων τουριστών στα κοινότυπα αξιοθέατα του οράματος της ταινίας για το Γουίνιπεγκ, ένα κατάλληλα γκρίζο και μπεζ τοπίο δεμένο με ατελείωτο χιόνι. Τέλος, ο Rankin μπαίνει μπροστά από την κάμερά του για να υποδυθεί έναν χαρακτήρα ονόματι Matthew, ο οποίος ταξιδεύει στο σπίτι του για να δει τη μητέρα του, η μνήμη της οποίας έχει αρχίσει να φθίνει. Ο Rankin είναι φανερό ότι λατρεύει τους πειραματισμούς, τις αντισυμβατικές επιλογές και τα παράδοξα, καταφέρνοντας να τα περνά στη μεγάλη οθόνη με μία γοητευτική λοξή ματιά, που δεν μπορεί να εξηγηθεί. Απλώς σε συνεπαίρνει με την αυθεντικότητά του και την «τρέλα» που κουβαλά.
Νοβοκαϊνη
Η ταινία, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και θρίλερ δράσης, έχει μία πρωτότυπη ιδέα στον πυρήνα της πλοκής της, αρκετές σκηνές που παρωδούν το είδος και σινεφιλικές αναφορές κι έναν χαρισματικό πρωταγωνιστή, τον Τζακ Κουέιντ, που βρίσκεται σχεδόν σε κάθε πλάνο.
Ο Νέιτ, είναι ένας συνεσταλμένος καλόκαρδος νέος άντρας, που είναι βοηθός διευθυντή σε μία επιχείρηση. Ο Νέιτ, που φοβάται υπερβολικά τον θάνατο και οτιδήποτε επικίνδυνο και γι’ αυτό οι συμμαθητές του, τον αποκαλούσαν κοροϊδευτικά «Νοβοκαΐνη», έχει μία σπάνια ασθένεια, με την οποία δεν αισθάνεται τον πόνο. Όταν επιτέλους θα συναντήσει το κορίτσι των ονείρων του, αυτό θα βρεθεί στη λάθος θέση, τη λάθος στιγμή και μετά από μία ληστεία οι δράστες θα την πάρουν ως όμηρο. Έτσι, ο Νέιτ θα νικήσει τους φόβους του και με όπλο την αναισθησία του στον πόνο θα βρεθεί στο κατόπι των ληστών.
September Says
Το στόρι αφορά δυο δεμένες αδελφές, δυο κορίτσια που έχουν δημιουργήσει το δικό τους περίεργο και σκοτεινό σύμπαν. Οι Τζουλάι και Σεπτέμπερ, είναι αχώριστες, παρόλο που είναι εντελώς διαφορετικές. Η πρώτη είναι ανοιχτή και περίεργη για τον κόσμο, ενώ η δεύτερη είναι προστατευτική και επιφυλακτική απέναντι σε όλους. Η δυναμική μεταξύ τους είναι πηγή ανησυχίας για τη μητέρα τους, η οποία τις μεγαλώνει μόνη της και δεν ξέρει πώς να τις διαχειριστεί. Όταν η Σεπτέμπερ παίρνει αποβολή από το σχολείο, η Τζουλάι πρέπει να τα βγάλει πέρα μόνη της και αρχίζει να διεκδικεί την ανεξαρτησία της – κάτι που δεν περνά απαρατήρητο από τη Σεπτέμπερ. Η ένταση μεταξύ των τριών γυναικών κλιμακώνεται όταν αυτές βρίσκουν καταφύγιο σε ένα παλιό εξοχικό σπίτι στην Ιρλανδία. Στο επίκεντρο της Αριάν Λαμπέντ βρίσκεται μία δυσλειτουργική, χωρίς πατέρα, οικογένεια, την οποία συνθέτουν εκ διαμέτρου αντίθετοι χαρακτήρες, ενώ είναι φανερή η θηλυκή αντιμετώπιση των εφήβων ηρωίδων, βγαλμένες από την αγγλική γοτθική λογοτεχνία.
Locked
Ένα διασκεδαστικό θρίλερ, με καταιγιστική δράση, ότι πρέπει για τους θιασώτες του είδους, που θα περάσουν ευχάριστα μιάμιση ώρα, αλλά μέχρις εκεί. Πειστικός ο νεαρός Σκάρσγκαρντ, ενώ για τον Χόπκινς, ακόμη μία εύκολη αρπαχτή – καθώς δεν πρέπει να χρειάστηκε, με την εμπειρία του, πάνω από λίγες ώρες ηχογράφησης και δυο τρεις μέρες για τα λιγοστά πλάνα του. Το φιλμ, που φλερτάρει με το horror, έχει κάποιες ιδέες, ρυθμό μέχρι ένα σημείο και αγωνιώδεις σκηνές και χιουμοριστικές στιγμές, ενώ ο πρωταγωνιστής Μπιλ Σκάρσγκαρντ, γιος του Στέλαν Σκάρσγκαρντ, είναι συμπαθής στο ρόλο του θύματος. Απ’ την άλλη, όμως, υπάρχει και η υποβλητική φωνή του Άντονι Χόπκινς (γιατί κυρίως τον ακούμε σε όλο το φιλμ), που δίνει αρκετούς πόντους στην ταινία. Όσο για τον τρίτο πρωταγωνιστή της ταινίας, το θηριώδες πολυτελές SUV, αυτό παραπέμπει ελαφρώς στην Κριστίν της ομώνυμης ταινίας του Κάρπεντερ, μόνο που δεν είναι σατανικό αυτό, αλλά ο διεστραμμένος ιδιοκτήτης του.