Η Ελλάδα βρίσκεται μπροστά σε μια ιστορική καμπή. Από τη μία πλευρά, εκπέμπεται ένα μήνυμα δυναμικής ανασύνταξης: επενδύσεις, διεθνή φόρουμ, εξωστρέφεια. Από την άλλη πλευρά, στο εσωτερικό επικρατεί ανησυχία. Οι αγρότες βρίσκονται ξανά στους δρόμους, μπλοκάρουν αεροδρόμια και σύνορα, καταγγέλλοντας καθυστερήσεις στις ευρωπαϊκές ενισχύσεις και αθέτηση δεσμεύσεων. Η αγροτική παραγωγή δεν είναι απλώς ένας κλάδος. Είναι η βάση της επισιτιστικής ασφάλειας. Όταν ο πρωτογενής τομέας τρίζει, τρίζει όλη η χώρα. Στην Κρήτη, οι αγρότες έκαναν κάτι που κανείς σύμβουλος επικοινωνίας δεν θα μπορούσε να προβλέψει: μπλόκαραν τα αεροδρόμια. Όχι για show. Γιατί τους τελείωσε η υπομονή. Οι τουρίστες ρωτάνε στο γκισέ αν αυτό είναι “authentic local experience”, και το κράτος απαντά με ΜΑΤ, δακρυγόνα και την πιο εφευρετική κατηγορία των τελευταίων ετών. «Εγκληματική οργάνωση» για όσους βγάζουν λάδι από τις ελιές. Η πιο πολιτικά απελπισμένη κατηγορία που έχει ριχτεί σε παραγωγούς. Όχι σε λαθρέμπορους. Όχι σε golden boys. Σε αγρότες.
Την ίδια ώρα, 55 μπλόκα έχουν παραλύσει τη χώρα. Όχι επειδή είναι «ακραίοι», αλλά επειδή η πολιτεία τους άφησε στον πάγο επί μήνες. Ποιος φταίει γι’ αυτό; Ο αγρότης που ζητάει να πληρωθεί; Ή το κράτος που θυμήθηκε την «αγροτική Ελλάδα» όταν την είδε μπροστά στον διάδρομο προσγείωσης;
Το κράτος, που αντί να κοιτάξει την πληγή, κοιτάει την κάμερα. Προσπαθεί να πείσει ότι έχει τον έλεγχο, την ώρα που η πραγματικότητα φωνάζει ότι τον έχασε. Η ανατροπή δεν είναι τα τρακτέρ στις πίστες απογείωσης. Η ανατροπή είναι μια κυβέρνηση που ξαφνικά σταματά να μιλάει και αρχίζει να ακούει. Και η λύση δεν είναι να μάθει ο αγρότης να συμπεριφέρεται σωστά. Η λύση είναι να μάθει το κράτος να μην τον ξεχνάει.
Γιατί η μεγαλύτερη απειλή δεν είναι ο θυμός. Είναι η απώλεια εμπιστοσύνης. Ο πιο επικίνδυνος πολίτης δεν είναι αυτός που φωνάζει. Είναι αυτός που αποφάσισε ότι δεν έχει πια νόημα να φωνάξει. Κι εκεί, δεν έχεις επανάσταση. Δεν θα εξεγερθεί. Θα εξαφανιστεί. Δεν θα πάρει τα όπλα. Θα πάρει τα εισιτήρια. Θα φύγει. Θα πουλήσει χωράφια, ζώα, ψυχές. Και τότε η Ελλάδα θα γίνει αυτό που ποτέ δεν άντεξε να είναι: μια τουριστική ταράτσα χωρίς κουζίνα από κάτω.
Οι αγρότες δεν ζητούν επαναδιαπραγμάτευση, ζητούν να μη θεωρούνται περιττοί στην ίδια τους τη χώρα. Οι αγρότες δεν ζητούν χάρη, ζητούν αξιοπρέπεια. Την αξία της δουλειάς τους, της ρίζας τους, του δικαιώματος τους να υπάρχουν. Και όταν ο παραγωγός πεινάσει, το κράτος δεν έχει δικαίωμα να μιλάει για ανάπτυξη. Γιατί ανάπτυξη που βασίζεται σε άδεια χωράφια, είναι τουριστικός οδηγός για χώρα χωρίς φαγητό.
Η κυβέρνηση υπόσχεται πληρωμές έως το τέλος Δεκεμβρίου. Αν γίνουν, ίσως κερδηθεί χρόνος.
Αν όχι δεν θα δεις φωτιές και πολέμους. Θα δεις κάτι χειρότερο: Σιωπή. Τη σιωπή του χωραφιού που έμεινε ακαλλιέργητο. Τη σιωπή του παιδιού που δεν πήγε σχολείο στο χωριό. Τη σιωπή του supermarket όταν τα ράφια γεμίζουν με εισαγωγές και η Ελλάδα ξεχνά πώς να τρέφεται. Και τότε, η χώρα που πίστεψε ότι θα σωθεί με deals & brunches σε roof gardens, θα κοιτάξει κάτω και θα δει ότι το έδαφος έχει εξαφανιστεί.
Αν ήμουν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, θα έκανα το πιο δύσκολο: θα άκουγα. Αν ήμουν ο Μητσοτάκης, θα καταλάβαινα πως η μεγαλύτερη απειλή δεν είναι τα τρακτέρ. Είναι ο πολίτης που σταμάτησε να ελπίζει.
Και όταν ο Έλληνας σταματά να ελπίζει, δεν βάζει φωτιά στο σύστημα.
Το αφήνει να καεί μόνο του.
Η Μαύρη Γραμμή γράφεται κάθε πρωί. Μια σκέψη την ώρα που ο κόσμος ξυπνά ή ξανακοιμάται.



