Skip to main content

Υπάρχει κάτι σχεδόν κινηματογραφικό στον τρόπο που η Έλινορ Κόπολα κατέγραψε τη ζωή της. Για πενήντα χρόνια, από τις ζούγκλες του Apocalypse Now μέχρι τα ήσυχα πρωινά στη Napa, κράτησε ημερολόγια που συμπληρώνουν όχι απλώς μια αυτοβιογραφία, αλλά μια εξομολόγηση για το τι σημαίνει να υπάρχεις δίπλα σε μια διάσημη οικογένεια και ταυτόχρονα στην άκρη του κάδρου. Το Two of Me: Notes on Living and Leaving, το μεταθανάτιο βιβλίο της που κυκλοφόρησε πρόσφατα, είναι το τελευταίο μέρος αυτής της μακράς διαδρομής και ίσως το πιο αποκαλυπτικό. Είναι το σημείο όπου μια γυναίκα σταματά να ρωτάει «ποια πρέπει να είμαι;» και αρχίζει επιτέλους να βλέπει ποια είναι. Δεν είναι απλώς ένα βιβλίο. Είναι ένας αποχαιρετισμός που γράφτηκε με την ηρεμία εκείνης που ξέρει ότι έχει δει τα πάντα.

Η γυναίκα που είδε την τρικυμία από μέσα

Όταν το 1995 δημοσίευσε το Notes: On the Making of Apocalypse Now, το βιβλίο διαβάστηκε σαν ένα backstage-ντοκουμέντο για τη δημιουργία μιας από τις πιο ταραγμένες παραγωγές στην ιστορία του κινηματογράφου. Αλλά στην πραγματικότητα ήταν ένα χρονικό δικής της επιβίωσης. Γιατί, όπως έγραφε, «ήταν και η δική της Αποκάλυψη». Η Έλινορ μεγάλωσε με ένα παιδικό τραύμα. Τον χαμό του σκιτσογράφου πατέρα της, όταν ήταν μικρή. Μεγάλωσε με την αίσθηση ότι ο κόσμος μπορεί ανά πάσα στιγμή να χαθεί κι αυτό την ακολούθησε σε όλη της τη ζωή. Ονειρευόταν μια περιπέτεια στο πλευρό ενός μεγάλου καλλιτέχνη. Και την απέκτησε στο πρόσωπο του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Αλλά η ίδια πάντα αναρωτιόταν: το όνειρο, σε ποια τιμή; Γυναίκα, μητέρα ή καλλιτέχνιδα; Έμενε ή έφευγε; Πόσα μπορούσε να δώσει και πόσα έπρεπε να κρατήσει για τον εαυτό της; Η Έλινορ έβλεπε τη ζωή μέσα από ένα διπλό κάτοπτρο. Ευγνωμοσύνη και οργή, θαυμασμό και εξάντληση, πληρότητα και μια μόνιμη αίσθηση ότι κάτι λείπει. Ένα κενό που δεν έχει να κάνει με υλικά πράγματα αλλά με τον εαυτό της.

Η γυναίκα πίσω από τους Κόπολα

Για δεκαετίες, η Έλινορ Κόπολα συστηνόταν με τον τρόπο που συστήνονται οι γυναίκες της γενιάς της:
μέσα από τους άνδρες της ζωής τους. Σύζυγος του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Μητέρα της Σοφίας και του Ρομάν Κόπολα. Γιαγιά μιας νέας γενιάς δημιουργών. Και η ίδια; «Η ευγενική σύζυγος, μητέρα, γιαγιά, στο πλάι του κάδρου ή έξω από αυτό», όπως γράφει η ίδια σε μια σημείωση του 2015. Η αόρατη γυναίκα σε μια οικογένεια διάσημων ανθρώπων. Όμως στα ημερολόγιά της φαίνεται κάτι διαφορετικό. Μια γυναίκα με όνειρο την περιπέτεια, με βαθιά καλλιτεχνική φλέβα, με ανάγκη για δημιουργία και με μια μόνιμη εσωτερική σύγκρουση. Ποιος είσαι όταν ζεις μέσα στο πεδίο βαρύτητας άλλων;

Η ζωή ως παρατήρηση

Από τα γυρίσματα του Apocalypse Now μέχρι το Megalopolis, η Έλινορ είχε την τύχη και την ατυχία να είναι εκεί όπου γράφεται η ιστορία του κινηματογράφου. Αλλά ήταν εκεί όχι ως πρωταγωνίστρια, αλλά ως παρατηρήτρια. Και αυτή η θέση, η θέση της «μικρότητας», όπως η ίδια την αποκαλεί, γίνεται ο φακός μέσα από τον οποίο βλέπουμε μια οικογένεια-μύθο εκ των έσω. Στα ημερολόγιά της, η δράση των ταινιών αποτυπώνεται με ψυχραιμία σχεδόν ποιητική. Το 1979, όταν η Έλινορ ακολουθούσε τον Φράνσις στα βάθη των Φιλιππίνων για το Apocalypse Now, δεν σκεφτόταν ότι κάποια μέρα εκείνες οι σημειώσεις θα γίνονταν το καλύτερο βιβλίο που έχει γραφτεί για την δημιουργία μιας ταινίας.

Σκεφτόταν πώς να επιβιώσει. Πώς να μεγαλώσει παιδιά μέσα σε ένα σύμπαν ανθρώπων που τρελαίνονταν, ηθοποιών που κατέρρεαν, συνεργείων που προσπαθούσαν να αναμετρηθούν με έναν σκηνοθέτη που δεν γνώριζε τη λέξη «όριο». Το ημερολόγιό της ήταν η μόνη σταθερά μέσα στον υγρό, καυτό, επικίνδυνο μικρόκοσμο ατελείωτων γυρισμάτων. Πίσω από τις εικόνες που γνωρίσαμε, τα ελικόπτερα, τους ιδρώτες, τις φωνές, κρυβόταν η δική της μάχη. Να μη χαθεί μέσα στον οραματισμό του Φράνσις, που κατάπινε τα πάντα στον διάβα του. Η Έλινορ ήταν η ήρεμη κάμερα που κατέγραφε όχι μόνο το χάος, αλλά και τον εαυτό της μέσα σ’ αυτό.

Το βλέμμα της Έλινορ μέσα από το βλέμμα της Σοφίας

Πολλοί έχουν γράψει ότι η Έλινορ μοιάζει με χαρακτήρα ταινίας της Σοφίας Κόπολα. Μια γυναίκα που παρατηρεί τον κόσμο από απόσταση, νιώθοντας ότι κάπου αλλού υπάρχει ένα διαφορετικό, πιο αυθεντικό «τώρα». Αλλά η μεγάλη διαφορά είναι πως η Σοφία κινηματογραφεί την παγιδευμένη ακινησία, ενώ η Έλινορ ζει μια ζωή γεμάτη δράση, με τη διαφορά ότι η δράση αυτή είναι συχνά των άλλων. Η Έλινορ βρίσκεται πάντα ανάμεσα στη δημιουργία και στην οικογενειακή υποχρέωση. Ανάμεσα στην ομορφιά και στη θλίψη. Ανάμεσα στην επιθυμία να μείνει και στην ανάγκη να φύγει. Το «Two of Me» είναι ακριβώς αυτό. Η ιστορία δύο εαυτών που προσπαθούν να συμφιλιωθούν.

Η απόφαση που όρισε το τέλος

Η πιο δραματική καμπή του βιβλίου, αλλά και της ζωής της, έρχεται το 2010, όταν μια ακτινογραφία αποκαλύπτει έναν σπάνιο όγκο στον θώρακά της. Όταν έφτασε η διάγνωση του καρκίνου, ο γιατρός τη ρώτησε: «Θέλεις ποιότητα ή ποσότητα;» Ήταν μία από τις ελάχιστες στιγμές όπου η Έλινορ δεν αμφιταλαντεύτηκε. Επέλεξε ποιότητα. Επέλεξε να μην κάνει χημειοθεραπεία. Να μη γίνει σκιά του εαυτού της. Να μην επιτρέψει σε κανένα άλλο «μεγάλο project» να ρουφήξει και το τελευταίο κομμάτι ζωής που της απέμενε. Είναι μια απόφαση που εξοργίζει τον Francis και τα παιδιά, μια απόφαση που μοιάζει παράλογη. Κι όμως, όπως γράφει, ήταν η πρώτη φορά που ένιωσε ότι η ζωή ήταν πραγματικά δική της: «Δεν μου είχε περάσει από το μυαλό ότι οι επιλογές για τη ζωή μου ήταν δικές μου να τις κάνω». Ο όγκος, γράφει, ήταν «ένας μεγάλος δάσκαλος». Και τότε συνέβη κάτι συγκλονιστικό. Η ζωή της γέμισε ξανά με δράση: η σκηνοθεσία του Paris Can Wait στα 80 της, η δημιουργία μιας νέας ζωής μέσα στη μοναξιά της Napa, η απόφαση να πει «θα μείνω σπίτι» ενώ ο Φράνσις ταξιδεύει για δουλειά.


Η απόλυτη ειλικρίνεια

Στον κόσμο των μεγάλων δημιουργών, η προστασία του μύθου είναι σχεδόν ιερό καθήκον. Κι όμως ο Φράνσις επέτρεψε στη Έλινορ να δημοσιεύσει τις πιο δύσκολες, σκοτεινές, ή αμήχανες αλήθειες της κοινής τους ζωής. Αυτή η αμοιβαία αποδοχή, σκληρή, μερικές φορές οδυνηρή, είναι ίσως η βαθύτερη πράξη αγάπης ανάμεσά τους. Γιατί το ημερολόγιο δεν ήταν ποτέ «κουτσομπολιό». Ήταν ένας αγώνας να μη χαθεί η Έλινορ μέσα στο έργο του Φράνσις. Και τελικά, να μη χαθεί ούτε στο τέλος της ζωής της.

Όχι παραμύθι. Όχι μύθος. Ζωή.

Κάποια στιγμή, ο δημοσιογράφος της είπε πως η οικογένειά της μοιάζει με τους ήρωες του Γκαρσία Μάρκες.
Ένας μαγικός ρεαλισμός που ζει σε κτήματα με λουλούδια, παιδιά που τρέχουν δίπλα σε πισίνες και γέλια που σπάνε τον αέρα. Η απάντηση της Έλινορ ήταν μία από τις πιο αφοπλιστικές στην καριέρα της: «Μας ρομαντικοποιείς. Δεν είμαστε παραμύθι». Ήταν ο πιο αληθινός τρόπος να μιλήσει για μια ζωή που δεν είχε μαγεία, αλλά είχε κάτι βαθύτερο: τη σιωπή μιας γυναίκας που έζησε μέσα σε δύο κόσμους, αλλά στο τέλος κατάφερε να βρει τον δικό της.