Ήταν ένα βράδυ που μύριζε καλοκαίρι, αν και ήταν Νοέμβρης. Η πλατεία των Βασιλέων στο Τελ Αβίβ ήταν πλημμυρισμένη από φώτα, τραγούδια, χαμόγελα. Στο τέλος της εκδήλωσης για την ειρήνη, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ κατέβηκε τα σκαλιά με τα χαρτιά του στο χέρι. Το τραγούδι “Shir LaShalom”, το Τραγούδι για την Ειρήνη, ακόμη αντηχούσε στα μεγάφωνα, με τους στίχους του τσαλακωμένους στο χαρτί που έβαλε στην τσέπη του. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, τρεις πυροβολισμοί έσκισαν τη νύχτα. Ο Γιτσάκ Ράμπιν, ο στρατηγός που είχε δει πολέμους και είχε διατάξει μάχες, έπεφτε στο έδαφος όχι ως πολεμιστής, αλλά ως άνθρωπος που τόλμησε να πιστέψει στην ειρήνη. Έπεσε νεκρός από το χέρι ενός νεαρού Εβραίου εξτρεμιστή. Η ειρήνη που υπέγραψε στο Όσλο, δεν πρόλαβε ποτέ να την υπογράψει μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Τριάντα χρόνια μετά τη δολοφονία του Γιτσάκ Ράμπιν, το ερώτημα δεν είναι ποιος τον σκότωσε. Το ξέρουμε. Το ερώτημα είναι τι σκοτώθηκε μαζί του.

Ο Ράμπιν δεν ήταν ένας τυπικός πολιτικός. Ήταν ένας στρατιώτης που έγινε ειρηνοποιός, ένας ρεαλιστής που κατέληξε ουτοπιστής, όχι επειδή άλλαξε ιδεολογία, αλλά επειδή είχε μια σπάνια διαύγεια που λίγοι ηγέτες του Ισραήλ διέθεταν. Κατάλαβε νωρίς αυτό που οι περισσότεροι αρνούνται ακόμη. Η ασφάλεια του Ισραήλ δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την αξιοπρέπεια των Παλαιστινίων. Ότι η ειρήνη δεν είναι παραχώρηση, αλλά προϋπόθεση επιβίωσης. Από τη μάχη του 1948 μέχρι τη νίκη του 1967, από τον φόβο του αίματος στη Δαμασκό μέχρι τη χειραψία με τον Αραφάτ στον Λευκό Οίκο, η ζωή του ήταν μια συνεχής μετάβαση από την άμυνα στην κατανόηση. Όπως έγραψε ο δημοσιογράφος Dan Ephron, ο Ράμπιν υπήρξε «ο σωστός άνθρωπος τη σωστή στιγμή» και τραγικά, ο Yigal Amir, ο φανατικός φοιτητής νομικής που τον πυροβόλησε, «ο λάθος άνθρωπος την ίδια στιγμή». Η ιστορία τους συμπυκνώνει όλη την τραγωδία του Ισραήλ. Μια χώρα που γεννήθηκε μέσα στον φόβο και παλεύει ακόμη να εμπιστευθεί την ελπίδα.
Ο Ράμπιν υπήρξε πραγματιστής. Πίστευε πως «η ειρήνη δεν είναι προϊόν αδυναμίας, αλλά επίδειξη δύναμης». Ήξερε ότι καμία νίκη δεν διαρκεί χωρίς πολιτική λύση, ότι κανένα τείχος δεν προστατεύει από το μίσος, και ότι καμία κατοχή δεν μένει «προσωρινή». Όταν υπέγραψε τις Συμφωνίες του Όσλο το 1993, δεν κρατούσε στα χέρια του μια ουτοπία, κρατούσε μια στρατηγική επιβίωσης για δύο λαούς. Ήταν η πρώτη φορά που Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι αντάλλαξαν αμοιβαία αναγνώριση και έθεσαν τα θεμέλια μιας μελλοντικής συνύπαρξης. Για τον Ράμπιν, η ειρήνη δεν ήταν ευσεβής πόθος, ήταν εργαλείο στρατηγικής, ένας τρόπος να κοιτάξει το Ιράν, τη Συρία, τον Λίβανο, χωρίς να έχει τα νώτα του εκτεθειμένα. Η σκηνή της χειραψίας του με τον Γιάσερ Αραφάτ, μπροστά στον Μπιλ Κλίντον, είναι ίσως η πιο εμβληματική φωτογραφία του 20ού αιώνα στη Μέση Ανατολή. Ο Αραφάτ χαμογελά, σχεδόν απεγνωσμένα. Ο Ράμπιν σφίγγει το χέρι του με πρόσωπο σφιγμένο, σχεδόν απρόθυμο.

Ήξερε πως αυτή η στιγμή θα τον στοίχειωνε και ίσως θα τον σκότωνε. Οι επόμενοι μήνες το απέδειξαν. Ο Ράμπιν αντιμετώπισε την οργή της ακροδεξιάς, των εποίκων και των ραβίνων που τον αποκαλούσαν προδότη. Κι όταν το βράδυ εκείνο του Νοέμβρη, ένας νεαρός εξτρεμιστής τον πλησίασε με το όπλο στο χέρι, δεν τον σταμάτησε ούτε η αστυνομία, ούτε το πλήθος. Οι σφαίρες εκείνες δεν στόχευαν μόνο έναν άνθρωπο, στόχευαν μια ιδέα. Στο ίδιο μέρος, λίγες εβδομάδες πριν από τη δολοφονία, ο Νετανιάχου στεκόταν βουβός καθώς το πλήθος ούρλιαζε για τον θάνατο του Ράμπιν. Δεν είπε απολύτως τίποτα για να τους συγκρατήσει. Όταν ο Ράμπιν έπεσε, έπεσε μαζί του κι εκείνο το λεπτό νήμα που ένωνε το Ισραήλ με την αυτοκριτική του. Ο διάλογος έδωσε τη θέση του στην εκδίκηση. Οι ρίζες της ακροδεξιάς, τότε περιθωριακές, έγιναν κορμός εξουσίας. Σήμερα, οι ιδέες που όπλισαν τον δολοφόνο του Ράμπιν καθορίζουν την πολιτική της σημερινής κυβέρνησης. Η ειρήνη δεν δολοφονήθηκε από έναν άνθρωπο, δολοφονήθηκε από έναν φόβο. Κι αυτός ο φόβος παραμένει. Είναι μια υπενθύμιση πως κάθε κοινωνία που δαιμονοποιεί τη συμφιλίωση, κάποια μέρα πυροβολεί τον εαυτό της.

Ο Ράμπιν είχε πει κάποτε ότι «ο δρόμος για την ειρήνη είναι στρωμένος με πόνο, αλλά είναι ο μόνος δρόμος που αξίζει να διαβούμε». Τρεις δεκαετίες αργότερα, το Ισραήλ δείχνει να έχει χάσει αυτόν τον δρόμο. Ο πόλεμος στη Γάζα, η διαρκής ένταση με τη Χεζμπολάχ, οι αποτυχημένες κυβερνήσεις, η ρητορική του φόβου, όλα δείχνουν πως το «πνεύμα του Ράμπιν» μοιάζει ξεχασμένο. Ο διάλογος αντικαταστάθηκε από τα drones, η πολιτική από την εκδίκηση. Κι όμως, μέσα σε αυτή την εφιαλτική επανάληψη, ίσως να υπάρχει ακόμη μια χαραμάδα ελπίδας. Οι αραβικές χώρες δείχνουν πλέον διατεθειμένες να συμμετάσχουν σε μια νέα περιφερειακή προσέγγιση. Ο Ράμπιν, αν ζούσε, θα το έβλεπε αυτό όχι ως απειλή, αλλά ως ευκαιρία. Θα έψαχνε τη ρωγμή απ’ όπου μπορεί να ξαναπεράσει το φως της λογικής.
Η τελευταία του φράση, τρεις μέρες πριν πεθάνει, ήταν σχεδόν προφητική: «Να περιμένεις τα πάντα».
Ίσως αυτό είναι το μήνυμά του σήμερα. Η ειρήνη, όπως και η βία, μπορεί να έρθει από εκεί που δεν την περιμένεις. Αν κάτι αξίζει να θυμόμαστε 30 χρόνια μετά, είναι ότι ο Ράμπιν δεν δολοφονήθηκε επειδή έκανε λάθος. Δολοφονήθηκε επειδή είχε δίκιο.



