Δεν είμαι θαυμαστής του κινηματογράφου του Ντέιβιντ Λιντς, είμαι εραστής του. Ο Ντέιβιντ Λιντς ήταν για τον κινηματογράφο των δεκαετιών του ’80 και του ’90 του περασμένου αιώνα ότι ήταν ο Ουίλιαμ Μπάροουζ για τη λογοτεχνία των δεκαετιών του ’50 και του ’60: ένας καταστροφικός ατομικιστής. Έμοιαζε με έναν άλλο τρομερό τύπο και ατομικιστή επίσης: τον Ντέιβιντ Μπόουι. Είχαν παρόμοια περιθωριακά χαρακτηριστικά. Ο Λίντς είναι η Αμερική. Είναι η πιο ευφυής και ουσιαστική κινηματογραφική περιγραφή της Αμερικής που έχει γίνει τα τελευταία πενήντα χρόνια.
Μετά από αριστουργήματα στον κινηματογράφο, όπως ο “Άνθρωπος Ελέφαντας” (1980), το ”Μπλε Βελούδο“ (1986), το ”Lost Highway” ( 1997) ή το “Mulholland Drive“ (2001), και στην τηλεόραση, όπως το ”Twin Peaks”(1989 και 2017), μετά από 23 εκθέσεις, 35 οπτικοακουστικά έργα διαφόρων μορφών και την ηχογράφηση οκτώ άλμπουμ, αφού θριάμβευσε στα δίκτυα με το καθημερινό δελτίο καιρού, τις ταινίες μικρού μήκους και το πάθος του για τον διαλογισμό, ο Ντέιβιντ Λίντς μας έδειξε την ψυχή του, μια ψυχή ενός ταχυδακτυλουργού και καλλιτέχνη. Γιατί ο καθένας βλέπει αυτό που θέλει να δει: ο Λιντς δείχνει στον θεατή αυτό που θέλει να δει, ενώ το κοινό μάλλον πιστεύει ότι βλέπει κάτι άλλο, ενώ στην πραγματικότητα συμβαίνει ένα τρίτο. Το κινηματογραφικό Άγιο Πνεύμα.

Δεν αποτελεί έκπληξη, αφού ο Λιντς ήταν ένας καινοτόμος, ένας σκηνοθέτης που επέλεγε σκοτεινά, ονειρικά, όχι πάντα κατανοητά μονοπάτια για να αφηγηθεί τις συχνά σουρεαλιστικές ιστορίες του και αυτό μπορεί να κάνει κάποιους να ξύνουν το κεφάλι τους. Πάντα πίστευα ότι ο Άλφρεντ Χίτσκοκ, ο οποίος πέθανε το 1980, όταν ο Λιντς είχε αρχίσει να δουλεύει, θα ήταν ο μεγαλύτερος θαυμαστής του. Και οι δύο θα ζήσουν στην ιστορία του κινηματογράφου γνωστοί για ένα συγκεκριμένο στυλ, είτε αυτό είναι «χιτσκοκικό» είτε «λιντσικό», διακριτό και ξεχωριστό από όλους τους άλλους σε σημείο που το έργο τους να είναι, ως επί το πλείστον, άμεσα αναγνωρίσιμο και για πάντα.
Δεν μπορώ να μιλήσω για όλες τις ταινίες του. Θα αναφερθώ σε αυτές που με έκαναν μισότρελο από αγάπη και τρόμο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη φορά που είδα το “Blue Velvet” στο κινηματογράφο Σπλέντιτ στον Πειραιά. Όταν βγήκαμε έξω μετά την προβολή κανείς από την παρέα δεν μπορούσε να μιλήσει. Αυτό που είχαμε δει δεν έμοιαζε με τίποτε άλλο. Ήταν μια ταινία που για μέρες δεν μπορούσα να βγάλω από το μυαλό μου σαν ένα παράξενο όνειρο που συνέχιζα να ξαναζώ, ένα σκοτεινό μυστήριο που δεν μοιάζει με κανένα άλλο, γι’ αυτό και σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, εκείνη η πρώτη προβολή είναι τόσο ζωντανή για μένα. Η δεύτερη από την οποία έφυγα από τον κινηματογράφο ατάραχος, γνωρίζοντας ότι η ζωή μου ήταν μια ρουτίνα σε σύγκριση με τη ζωή του Νίκολας Κέϊτζ, ήταν η “Άγρια καρδιά” ( 1990). Η τρίτη ήταν το “Mulholland Drive” (2001). Εκεί η Ναόμι Γουότς και η Λάουρα Χάρινγκ έγιναν δύο μυστήρια της ανθρωπότητας. Ο κινηματογράφος του Λιντς είναι ο κινηματογράφος ενός εικονοκλαστικού, διεστραμμένου και σαρκαστικού εξερευνητή της ανθρώπινης κατάστασης. Χίλια βήματα μπροστά από οποιονδήποτε άλλο σύγχρονο κινηματογραφιστή. Αλλά το κτύπημα για μένα ήταν το “Μια αληθινή ιστορία” (1999), μια από τις πιο αδιανόητες ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου. Το ταξίδι 500 χιλιομέτρων με μια μηχανή του γκαζόν ενός άνδρα που ζει στην Αϊόβα και πηγαίνει να δει τον αδελφό του στο Ουισκόνσιν.

Αλλά τι κρύβεται στις ταινίες του Λιντς; Γιατί τις παρακολουθούμε εγώ, εμείς ή εσείς με ένα εκστατικό πάθος; Για την ελευθερία. Αυτό είναι το μεγάλο θέμα του Λιντς. Ένας ύμνος στην ελευθερία. Κάποιοι βλέπουν τον υπερρεαλισμό στον Λιντς. Δεν συμφωνώ καθόλου. Ο Λιντς, όπως ο Μπάροουζ ή ο Κάφκα, είναι ρεαλιστής. Είναι ένας σκηνοθέτης που είχε εμμονή με τα πιο ανείπωτα ανθρώπινα πάθη, πάθη που συνέβαιναν στη βαθιά Αμερική, σε έναν τόπο χωρίς νόμους και χωρίς κοινωνικές, πολιτιστικές, ή ηθικές εντολές. Δεν υπάρχει κοινωνική ηθική στον Λιντς, όπως δεν υπάρχει και στον Μπάροουζ ή στον Κάφκα. Βγήκα από το “Μια αληθινή ιστορία” και ήθελα να περπατήσω 100 χιλιόμετρα για να πάω να μιλήσω στον αδελφό μου. Ο πρωταγωνιστής του “Μια αληθινή ιστορία” δεν παίρνει λεωφορείο, δεν νοικιάζει αυτοκίνητο. Αψηφά τον κόσμο.

Αυτό είναι πάντα ο Λιντς. Μια πρόκληση για κάθε σύμβαση. Βγαίνεις από μια ταινία του Λιντς βλέποντας τρεις ήλιους και τέσσερα φεγγάρια. Δεν πιστεύεις πλέον ότι υπάρχει μόνο ένας ήλιος και ένα φεγγάρι. Στο Netflix αυτή τη στιγμή μπορείτε να παρακολουθήσετε ένα 17λεπτο αριστούργημα. Την ταινία μικρού μήκους What Did Jack Do? (2017). Πρόκειται για τα πιο όμορφα 17 λεπτά στην ιστορία του κινηματογράφου του 21ου αιώνα. Ποια είναι η πλοκή; Aφηγείται στο σκοτάδι. Στο σκοτάδι των ζωών, αλλά με πίστη σε αυτές τις ίδιες τις ζωές. Ο Λιντς μόνο μια φορά ενέδωσε στη γνώμη που έχουν πολλοί για το έργο του, όταν στο “Lost Highway” ακούγεται ο David Bowie να τραγουδάει το “I’m Deranged”: “Narrow skies, man chains his hands high up / Shape me fool, shape me darling / A foolish belief beyond, beyond, beyond, beyond, beyond / No return, no return”. Ντέιβιντ Λιντς ήσουν ο καλύτερος.