Ο συγγραφέας και σκηνοθέτης Βασίλης Κατσικονούρης υπογράφει το πρώτο θεατρικό σίκουελ που παίζεται στην Ελλάδα και παρουσιάζεται στη Σκηνή Ωμέγα, του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά, σε σκηνοθεσία Σταύρου Καραγιάννη όπου και συμπρωταγωνιστεί μαζί με τη Λένα Δροσάκη, τον Αλέξανδρο Μπουρδούμη και τη Σίλια Μουστάκη. Ο συγγραφέας του «Μάκη» και του «Γκουντ Λακ» αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση στο ελληνικό θέατρο. Δεν είναι μόνο τα βραβεία που δίκαια έχει αποσπάσει για τα έργα του ούτε το κοινό που τον ακολουθεί όλα αυτά τα χρόνια. Ο Βασίλης Κατσικονούρης είναι ένας μικρός φιλόσοφος που με την πένα του παρατηρεί και καταγράφει τους ανθρώπους της πόλης. Το να συζητάς μαζί του είναι απολαυστικό. Όσο απολαυστικό να τον βλέπεις και πάνω στη σκηνή. Οι ήρωες του μοιάζουν με παιδιά που έχουν χάσει τον δρόμο τους και εκείνος τους απλώνει το χέρι.
– Γιατί αποφασίσατε να γράψετε το σίκουελ του «Καλιφόρνια Ντρίμιν, είκοσι χρόνια μετά»; Είναι το τέλος της ιστορίας αυτό;
Δεν ξέρω αν είναι το τέλος. Μεγάλη λέξη το τέλος και δεν μου αρέσουν τα μεγάλα λόγια. Οπωσδήποτε κλείνει το κεφάλαιο ενηλικίωσης. Όλο το Καλιφόρνια είναι μια μεγάλη ιστορίας ενηλικίωσης που αποτυγχάνει συνεχώς. Ήθελα να γράψω την εξέλιξη γιατί είχε μείνει η υπόθεση ενηλικίωσης αυτών των παιδιών σε εκκρεμότητα. Σκεφτόμουνα είκοσι χρόνια μετά αν τα «απίθανα παιδιά μου» κατάφεραν να ενηλικιωθούν έστω και ως σαραντάρηδες.
– Τελικά, κατάφεραν να ενηλικιωθούν;
Ήταν δύσκολα τα είκοσι χρόνια που μεσολάβησαν. Η φούσκα του καταναλωτισμού έσκασε καΙ μαζί της παρέσυρε όποιον είχε πιστέψει σε αυτήν. Νομίζω πως όλοι οφείλαμε να ενηλικιωθούμε. Όχι μόνο οι ήρωες του έργου. Πολλοί πίστεψαν σε μια ευημερία που όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων ήταν πλαστή. Το θέμα είναι ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα είδος ψυχικής ενηλικίωσης. Αυτά τα παιδιά έφτυσαν το καρότο που τους έδωσαν να μασήσουν μαζί με το σανό και τις ψεύτικες υποσχέσεις για μια καλύτερη ζωή που έμοιαζε με εξώφυλλο lifestyle περιοδικού. Ο καπιταλισμός υπηρέτησε τον σκοπό του κάνοντας όλους να τρέχουν από πίσω του. Τώρα αυτά τα παιδιά έχουν αρχίσει να εκτιμούν περισσότερο τα απλά και ουσιαστικά που αρκετές φορές τα έχουμε μέσα μας και δίπλα μας. Οπότε, για να απαντήσω και στην ερώτησή σου, ναι, νομίζω πως αυτά τα παιδιά έχουν αρχίσει να ενηλικιώνονται.

– Αναφέρεστε συνέχεια στους ήρωες του έργου σας με τη λέξη «παιδιά». Βγάζετε μια πατρική τρυφερότητα όταν αναφέρεστε σε αυτούς.
Κάθε συγγραφέας νομίζω πως νιώθει έτσι για τους χαρακτήρες που πλάθει. Δεν το είχα προσέξει αυτό που μου λες. Ότι δηλαδή τους λέω συνεχώς παιδιά. Νιώθω μια ευθύνη για τους ήρωες μου. Είναι και αληθινοί είναι και ψεύτικοι. Μπορεί να είναι φανταστικά πρόσωπα αλλά τους συναντάμε και στην πραγματική ζωή. Έχουν περάσει είκοσι χρόνια από την πρώτη φορά που βγήκαν στη σκηνή και πια έχουν σαρανταρίσει. Πηγαίνω στη Σκηνή του Θεάτρου Ω και βλέπω την παράσταση κάθε φορά με χαρά.
Ο Βασίλης Κατσικονούρης είναι ένας μικρός φιλόσοφος που με την πένα του παρατηρεί και καταγράφει τους ανθρώπους της πόλης. Το να συζητάς μαζί του είναι απολαυστικό. Όσο απολαυστικό να τον βλέπεις και πάνω στη σκηνή. Οι ήρωες του μοιάζουν με παιδιά που έχουν χάσει τον δρόμο τους και εκείνος τους απλώνει το χέρι.
– Tα χρόνια που μεσολάβησαν έφεραν αλλαγές που άλλαξαν εντελώς το κοινωνικό και πολιτικό τοπίο της Ελλάδας. Κατάφεραν αυτοί οι άνθρωποι να διαχειριστούν αυτές στις μεταλλάξεις;
Ακριβώς αυτό είναι το έργο. Οι απόπειρες που έγιναν από ανθρώπους απροετοίμαστους να διαχειριστούν τις εξελίξεις που έφερε η νέα τάξη πραγμάτων. Από τους Ολυμπιακούς Αγώνες και τα εύκολα δάνεια στα μνημόνια και την εξαφάνιση της μεσαίας τάξης. Πώς να δεχτείς πως στήριξες τα όνειρά σου σε μια φούσκα κι όταν αυτή έσκασε εσύ έμεινες μετέωρος να μετράς ήττες; Ενδεχομένως για αυτό τόσοι συνάνθρωποί μας οδηγήθηκαν και στην κατάθλιψη. Κατέρρευσε αυτό που πίστευαν. Και δεν ήταν άνθρωποι που τα είχαν κονομήσει. Μια ευκαιρία έψαχναν αλλά το έκαναν χωρίς να βλέπουν ολόκληρη την εικόνα.
– Το πρώτο Καλιφόρνια περιέγραφε την περίοδο των παχιών αγελάδων. Τότε που τίποτα δεν προμήνυε αυτό που θα ακολουθούσε. Βέβαια, εσείς μιλούσατε σαν να είχατε προβλέψει την επόμενη ημέρα.
Ας πούμε πως το συγγραφικό μου ραντάρ έπιανε πως κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας. Για να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς νομίζω πως όποιος ήθελε να δει μπορούσε να διακρίνει πως όλος αυτός ο πλουτισμός και ο δήθεν εκσυγχρονισμός κάπου έμπαζε. Κάπου ίσως να θέλαμε και να κλείσουμε τα μάτια. Σίγουρα όχι όλοι αλλά σίγουρα πολλοί.

– Γράψατε το έργο της εποχής του «λεφτά υπάρχουν». Τώρα ποιο σύνθημα ακούγεται;
Εγώ πριν είκοσι χρόνια αυτό που έβλεπα ήταν ένα ωραίο λαμπερό όχημα που θα εκτοξευόταν μπροστά χωρίς όμως να υπάρχει χώρος για όλους στις θέσεις του. Άφηνε έξω πολλούς να ξεροσταλιάζουν, άφηνε κάποια αποκαΐδια που δεν κατάφεραν να επιβιβαστούν. Συγγραφικά με ενδιέφερε να περιμαζέψω αυτά τα αποκαΐδια, τους ανθρώπους που δεν είχαν τις δυνατότητες και τις ίδιες ευκαιρίες για να ανέβουν σε αυτό το τρένο της εξέλιξης και του «ξεβλαχέματος». Όταν το όχημα ντελαπάρισε τα παιδιά του «Καλιφόρνια Ντρίμιν» ήταν η μειονότητα. Τώρα είναι πλειοψηφία.
– Στηλιτεύσατε λίγο και τη νοοτροπία της ρεμούλας και της αραχτής;
Αυτά τα παιδιά υπήρξαν γνήσιοι απόγονοι των πατεράδων και των παππούδων τους με την έννοια του βολέματος και της κουτοπονηριάς. Αυτό το μοντέλο ζωής έφαγε τα μούτρα του με αυτό που ακολούθησε. Αν με ρωτάς ίσως να μην έχουν καταλάβει κι όλοι τι ακριβώς συνέβη. Όπως είπα και πιο πάνω καμιά φορά δεν θέλουμε να δούμε.
– «Καλιφόρνια Ντρίμιν» όπως αμερικάνικο όνειρο; Ζουν ακόμα οι άνθρωποι με την ψευδαίσθηση ενός μαγικού τόπου που θα λύσει όλα τους τα προβλήματα;
Σαφώς, το βάρος στον τίτλο πέφτει στο «ντρίμιν». Η Καλιφόρνια είναι ένας τόπος απροσδιόριστος. Μπορεί να είναι και μέσα μας. Το όνειρο είναι η ατμομηχανή, ο κινητήρας που βάζει μπροστά τον άνθρωπο για να το κυνηγήσει. Το θέμα είναι τί γίνεται όταν το όνειρο συγκρούεται με την πραγματικότητα. Τότε έχουμε σπινθήρες και θραύσματα.



– Οι χαρακτήρες των έργων σας είναι άνθρωποι λίγο πριν την πτώση. Λίγο προτού καταρρεύσουν και εσείς τους δίνετε μια ανάσα ακόμα για να συνεχίσουν.
Είναι ωραίο αυτό έτσι όπως το λες. Δεν ξέρω, από παιδί με συγκινούσαν οι τραυματισμένοι άνθρωποι που ακόμα ελπίζουν. Αυτοί που δεν έχουν να περιμένουν τίποτα κι όμως βρίσκουν μια αφορμή να συνεχίζουν κι ας ξέρουν πως δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Θυμάμαι τι εντύπωση μου είχε κάνει στον Μικρό Πρίγκιπα η ιστορία του μοναχικού ανθρώπου που άναβε το φανάρι σε έναν έρημο πλανήτη. Κι ας μην έμενε κανείς εκεί, κι ας πάλευε μόνος του εκείνος άναβε κάθε βράδυ το φανάρι την ίδια ώρα.
– Διδάσκετε Αγγλική Γλώσσα σε δημόσια σχολεία; Οι μαθητές σας γνωρίζουν ποιος είστε;
Είναι παιδάκια Γυμνασίου. Τα περισσότερα, δυστυχώς, δεν έχουν έρθει σε επαφή με το θέατρο. Αρκετά από αυτά δεν έχουν πάει ούτε κινηματογράφο. Βλέπουν ταινίες μόνο από πλατφόρμες. Γνωρίζουν ότι κάτι κάνω σε σχέση με το θέατρο και τους φαίνεται αξιοπερίεργο . Μερικά έρχονται και με ρωτούν για το θέατρο. Ζητάνε να κάνουμε και στο σχολείο διάφορες δράσεις και μέχρι πριν λίγο καιρό κάναμε. Μου λένε πως με έχουν γκουγκλάρει και ξέρουν ότι γράφω βιβλία που παίζονται στο θέατρο.
– Εκτός ότι γράφετε και σκηνοθετείτε είστε κι ένας περίφημος ηθοποιός. Πότε θα σας δούμε πάνω στη σκηνή;
Το πάω γύρω γύρω από τη σκηνή. Ξεκίνησα με τη συγγραφή και τα τελευταία χρόνια μου αρέσει και να σκηνοθετώ. Τώρα αν με σπρώξει κάποιος και βρεθώ πάνω στη σκηνή δεν το αποκλείω. Ίσως να μου άρεσε ένα stand up comedy.
INFO
Συγγραφέας: Βασίλης Κατσικονούρης
Σκηνοθεσία: Σταύρος Καραγιάννης
Σκηνικά: Ντέιβιντ Νεγρίν
Κοστούμια: Νικόλ Παναγιώτου
Επικοινωνία/ γραφείο τύπου παράστασης : Γιώτα Δημητριάδη
Παίζουν: Λένα Δροσάκη, Αλέξανδρος Μπουρδούμης, Σταύρος Καραγιάννης και Σίλια Μουστάκη
Ημέρες και ώρες παραστάσεων:
Τετάρτη & Κυριακή στις 19:00 | Πέμπτη, Παρασκευή & Σάββατο στις 20:30
Δημοτικό Θέατρο Πειραιά – Σκηνή Ωμέγα