Skip to main content

Ο Αντώνης Καφετζόπουλος ανήκει σε εκείνη τη σπάνια κατηγορία καλλιτεχνών που κουβαλούν την εμπειρία, την ειρωνεία και τη σοφία μιας ολόκληρης εποχής. Ένας άνθρωπος που έχει μάθει να μιλά χωρίς στόμφο, να παρατηρεί χωρίς προκατάληψη και να επιστρέφει, κάθε φορά, στο θέατρο σαν να ξεκινά από την αρχή. Αυτή τη φορά, σκηνοθετεί και συμπρωταγωνιστεί με τον Ζερόμ Καλούτα στο «Άσπρο – Μαύρο» του Κόρμακ ΜακΚάρθι, ένα έργο που τολμά να βουτήξει στα πιο βαθιά υπαρξιακά νερά: την πίστη, την απελπισία, την ανάγκη του ανθρώπου να καταλάβει τον κόσμο. Σε μια εποχή που όλα μοιάζουν να κινούνται ανάμεσα σε άκρα —στο φως και στο σκοτάδι, στην ελπίδα και στην αμφιβολία— ο Καφετζόπουλος επιλέγει ένα έργο που δεν δίνει απαντήσεις, αλλά θέτει ερωτήματα. Με τη σκηνοθετική του ματιά και τη διακριτική του δύναμη, στήνει επί σκηνής μια ειλικρινή αντιπαράθεση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους, δύο κόσμους, δύο αλήθειες. Λίγες μέρες πριν από την πρεμιέρα στο Θέατρο Επί Κολωνώ, μιλήσαμε μαζί του για το θέατρο, για τη δύναμη του λόγου και για το τι σημαίνει να αναμετριέσαι στη σκηνή και στη ζωή, με το δικό σου «άσπρο» και «μαύρο».

Tι ήταν αυτό που σας ώθησε να επιλέξετε να σκηνοθετήσετε το συγκεκριμένο έργο του Κόρμακ ΜακΚάρθι;

Μου αρέσει ο συγγραφέας, συμφωνώ με τις απόψεις του σε γενικές γραμμές, μου αρέσει αυτός ο σκληρός κυνικός λυρισμός που έχει. Ο ΜακΚάρθι κάνει ποίηση με καθημερινές λέξεις. Και αυτό είναι σπάνιο.

Είναι ένα έργο που εκδόθηκεγια πρώτη φορά το 2006. Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά εξακολουθεί και είναι σύγχρονο;

Το έργο αυτό δεν έχει να κάνει με εποχή. Τα ίδια πράγματα μπορούν να συζητάνε δύο άνθρωποι στην Αρχαία Αθήνα, στην Αρχαία Ρώμη και τώρα στη Στοκχόλμη. Δεν έχει να κάνει με τον χρόνο. Είναι ένα πάντα επίκαιρο θέμα. Είναι σύγκρουση ιδεών ανάμεσα σε έναν άνθρωπο που πιστεύει ότι ο κόσμος μπορεί να βελτιωθεί με βάση τις πεποιθήσεις του που βασικά είναι θρησκευτικές, πιστεύει στο Θεό, και σε έναν άνθρωπο που πιστεύει ότι δεν υπάρχει. Είναι κάτι που θα μπορούσε να συζητάει ένας μαθητής του Επίκουρου με έναν μαθητή του Πλάτωνα και να μην τα βρίσκουν ή να τα βρίσκουν. Μια αιώνια συζήτηση.

– Ποια είναι η δική σας προσέγγιση πάνω στο έργο;

Η ίδια με τον συγγραφέα. Ο συγγραφέας είναι τίμιος. Παρουσιάζει δύο ανθρώπους που ο ένας προφανώς ταυτίζεται με τις σκέψεις του συγγραφέα και ο άλλος είναι το αντίθετο, αλλά ο ΜακΚάρθι τους υποστηρίζει και τους δύο πάρα πολύ. Το έργο δεν είναι κατηχητικό, δεν είναι διδακτικό, δεν προσπαθεί να πει ότι η μία πλευρά έχει δίκιο και η άλλη έχει άδικο. Παρουσιάζει την σύγκρουση και λέει επιλέξτε.

Ο ΜακΚάρθι βάζει δυο ανθρώπους να μιλούν, δύο κόσμους που αναμετρώνται με τον λόγο σε ένα έργο που δεν δίνει απαντήσεις, αλλά θέτει ερωτήματα. Το κοινό θέλει απαντήσεις ή προτιμά τα ερωτήματα;

Το έργο δεν δίνει απαντήσεις. Κάνει τις ερωτήσεις που είναι χιλιοειπωμένες, αλλά τις κάνει με έναν πρωτότυπο και λυρικό τρόπο. Προτρέπει το κοινό να σκεφθεί τώρα με ποιον είναι και εξελίσσει τη συζήτηση ανάμεσα τους δύο άντρες σε μια κανονική χρονική ροή. Δεν υπάρχουν άλματα στο χρόνο. Σαν να παρακολουθούμε από μια τρύπα σε ένα δωμάτιο δύο ανθρώπους να συζητάνε. Το μεγαλείο του ΜακΚάρθι είναι ότι στηρίζει και τις δύο απόψεις με πολύ σθεναρό τρόπο και αφήνει τον θεατή να αποφασίσει με ποιον ταυτίζεται περισσότερο. Η γνώμη μου είναι ότι είναι πολύ δύσκολο για ένα θεατή να αποφασίσει με ποιον από τους δύο είναι. Νομίζω ότι θα βρει στοιχεία και από τους δύο με τα οποία θα αισθάνεται ότι έχει ταυτόσημες απόψεις.

– Το κοινό είναι περισσότερο δεκτικό σε έργα που το αναγκάζουν να σταθεί και να σκεφτεί;

Το κοινό είναι πάντα έτοιμο να παρακολουθήσει τα πάντα. Είτε είναι κωμωδία είτε βαρύγδουπα πράγματα που του κουνάν το δάχτυλο και του λένε, πρόσεξε είπα κάτι πολύ σηματικό και μάλλον είσαι ανίκανος καημένε θεατή να το καταλάβεις. Πηγαίνει και στα μεν και στα δε. Έχω κάνει μια επιλογή να δουλεύω σε μικρά θέατρα τα τελευταία πολλά χρόνια γιατί μου αρέσει και ο τελευταίος θεατής να αισθάνεται αρκετή εγγύτητα. Να μην αισθάνεται ότι οι άνθρωποι φωνάζουν για να ακουστούν, να ζει την παράσταση στις πραγματικές εντάσεις όπως θα ήταν αν αυτό γινόταν σε ένα σύμπαν πραγματικό.

– Σε ένα τόσο λιτό και απαιτητικό κείμενο αντιμετωπίσατε σκηνοθετικές προκλήσεις;

Όχι, δεν αντιμετώπισα κάτι ιδιαίτερο. Είναι πολύ απλό έργο. Η πεμπτουσία του θεάτρου είναι να καταφέρνεις να βρεις, τι είδους χαρακτήρες είναι αυτοί οι δύο άνθρωποι, και να τους προσεγγίσεις με έναν τρόπο που να προσπαθείς να δημιουργήσεις στιγμές εξαπάτησης. Να αναρωτηθεί το κοινό τι ακριβώς συμβαίνει. Ήταν πράγματι ένας φτωχός μαύρος ιεροκήρυκας από το Χάρλεμ, δεν είναι ο Καλούτα που ξέρω που τραγουδάει φανκ. Αυτή είναι πάντα η ψυχολογία της σκηνοθεσίας.

Ποιο είναι το κεντρικό θέμα του έργου;

Είναι η ιστορία του Μαύρου. Ένας άνθρωπος που το πρωί πήγαινε στη δουλειά του, δεν ξέρουμε καν τι δουλειά κάνει, έχουμε κάτι υπόνοιες αλλά δεν είναι σοβαρές, και μπαίνοντας σε έναν ερημικό σταθμό του μετρό την ώρα που θα περνούσε το express, κατά λάθος σώζει έναν άνθρωπο που ετοιμαζόταν να πηδήξει μπροστά για να αυτοκτονήσει. Τον οδηγεί χωρίς να ξέρουμε τον τρόπο στο σπίτι του, κλειδώνει την πόρτα και προσπαθεί, γιατί είναι τέτοιος άνθρωπος, να τον αποτρέψει από το να ξαναπάει στο σταθμό. Το έργο είναι η ιστορία αυτού του ανθρώπου. Ο Καθηγητής είναι ο δεύτερος ρόλος. Πρωταγωνιστής είναι ο Μαύρος. Το οποίο έχει ένα πρόσθετο ενδιαφέρον για τον σκηνοθέτη, τον ηθοποιό και για την παραγωγή, ότι ένας άνθρωπος σε μια ηλικία ώριμη, που έχει παίξει αρκετά στο θέατρο ο Ζερόμ, είναι ώριμος να παίξει ένα τέτοιο σημαντικό ρόλο. Νομίζω ότι για πρώτη φορά ένας αφροέλληνας ηθοποιός, που υπάρχουν πια αρκετοί, παίζει ένα τόσο περίπλοκο και βαρύ ρόλο. Και ο Ζερόμ το κάνει πολύ καλά.

– Η παράσταση εκτυλίσσεται σε έναν περιορισμένο χώρο. Πώς δουλέψατε ώστε να διατηρήσετε την ένταση αμείωτη;

Η δυσκολία πάντα στο θέατρο είναι να καταφέρεις να εξαπατήσεις το κοινό. Το κοινό είναι πάντα πρόθυμο να εξαπατηθεί. Με αυτό εννοώ για να μην παρεξηγηθώ, ότι το κοινό έρχεται στο θέατρο και ξέρει ότι αυτό που βλέπει δεν είναι πραγματικό, δεν είναι αναπαράσταση της ζωής, είναι μίμηση της ζωής και ως εκ τούτου είναι πρόθυμο να δεχτεί ότι τα πράγματα είναι ψεύτικα. Είναι ο Καφετζόπουλος και ο Καλούτα, δεν είναι ο Άσπρος και ο Μαύρος γιατί δεν έχουν ονόματα οι δύο άντρες, εμφανίζονται ως δύο άνθρωποι. Δεν είναι ο καθηγητής και ο τύπος που ζει στο γκέτο. Το ξέρει αυτό το κοινό, αλλά αν καταφέρεις για κλάσματα δευτερολέπτου να τους κάνεις να πιστέψουν ότι, ναι σε ένα παράλληλο σύμπαν δεν είναι ο Καφετζόπουλος και ο Καλούτα, αλλά ένας λευκός καθηγητής πανεπιστημίου και ένας φτωχός αλλά πανέξυπνος άνθρωπος που ζει στο γκέτο, αυτό είναι μεγάλη επιτυχία. Αυτή είναι πάντα η δυσκολία στο θέατρο. Να υπάρχουν στιγμές που ο θεατής να πιστεύει ότι αυτό που βλέπει θα μπορούσε να είναι πραγματικό. Αυτό έχει να κάνει με όλα τα είδη θεάτρου. Προσπαθούν να σε κάνουν για δευτερόλεπτα να ταυτιστείς με έναν μαγικό κόσμο που δεν υπάρχει. Το ίδιο συμβαίνει και εδώ. Είναι ένας μαγικός κόσμος που δεν υπάρχει. Δυο ηθοποιοί, είναι σε ένα δωμάτιο που έχει θέσεις για θεατές. Μια απάτη. Η δουλειά μας είναι η απάτη. Είμαστε ταχυδακτυλουργοί. Δεν είμαστε κάτι άλλο.

photo: Παναηιώτης Γιαννούτσος /taph team

Είχα την εντύπωση ότι αυτό κάνουν όσοι ασχολούνται με την πολιτική…

Όχι, κάθε άλλο Οι πολιτικοί προσπαθούνε να εξαπατήσουνε τον κόσμο, η συντριπτική πλειοψηφία τέλος πάντων. Υπάρχουν στην ιστορία και πολιτικοί που έλαμψαν κάνοντας το αντίθετο, προσπαθώντας να αναδείξουνε την πραγματικότητα, την αλήθεια, αλλά είναι πολύ λίγοι. Η τρέχουσα χυδαία αντίληψη που έχουμε για την πολιτική, για την οποία χυδαιότητα φταίνε καταρχάς οι ίδιοι οι πολιτικοί, είναι ότι προσπαθούνε να μας εξαπατήσουν με σκοπό το ίδιον όφελος που είναι η επανεκλογή, οι θέσεις εξουσίας και σε τελευταία ανάλυση, τα χρήματα. Είτε με έντιμους τρόπους εντός και εκτός εισαγωγικών είτε με ανέντιμους. Δεν είναι το ίδιο με το θέατρο. Στο θέατρο το κοινό έρχεται με την προσδοκία ότι θα εξαπατηθεί αλλά η εξαπάτηση αυτή που θα δει, θα ανεβάσει αυτό το σπειροειδές που είναι η ζωή μας, που άλλες φορές είναι κατερχόμενο γιατί βυθιζόμαστε σε μια κακή κατάσταση ή ανερχόμενο. Το κοινό που βλέπει τέχνη, ότι τέχνη κι αν είναι αυτή, ελπίζει ότι θα εξαπατηθεί με έναν τρόπο, που το σπειροειδές θα κάνει πάλι μια στροφή προς τα πάνω, στο καλύτερο σημείο του. Πως;  Η Τέχνη είναι κάτι που σε βάζει καμιά φορά να σκεφτείς ή δεν σκέφτεσαι τίποτα και απλώς απολαμβάνουν οι αισθήσεις σου, αυτό που δέχεσαι. Η μουσική ας πούμε πολύ συχνά δεν σε βάζει να σκεφτείς κάτι. Είναι ωραία γιατί είναι ωραία. Το θέατρο που είναι μια τέχνη που έχει να κάνει με το λόγο, δεν μπορεί να ξεφύγει στις περισσότερες μορφές, από την λογική ότι αυτό που ακούς πρέπει να έχει νόημα, και αυτό το νόημα πρέπει να είναι κατανοητό.

Είναι κατά της κοινωνίας;

Όχι καθόλου. Είναι μίμηση πραγμάτων, τα οποία θα μπορούσαν να συμβαίνουν στις κοινωνίες, και παρουσιάζονται στη σκηνή του θεάτρου ως παραδείγματα. Ο θεατρικός συγγραφέας, ο σκηνοθέτης και αυτοί που κάνουν την παράσταση, που είναι ηθοποιοί κατά βάση, παρουσιάζουν ως παράδειγμα κάτι το οποίο θα μπορούσε  να συμβεί. Και ζητάνε από το κοινό να συμμετέχει σε αυτό, και να κάνει με τον εαυτό του ένα διάλογο ότι αυτό που βλέπει έχει νόημα. Αυτό το νόημα με ενδιαφέρει. Νομίζω ότι το συγκεκριμένο έργο είναι ανθρώπινο. Ένα φιλοσοφικό κείμενο, αλλά πολύ ζωηρό, και επειδή η σύγκρουση γίνεται ανάμεσα σε πολύ διαφορετικούς κόσμους μορφωτικά, όχι από άποψη ευφυΐας γιατί και οι δυο είναι πολύ έξυπνοι άνθρωποι, αλλά ο ένας είναι καθηγητής πανεπιστημίου και ο άλλος έχει βγάλει το δημοτικό. Ως εκ τούτου ο τρόπος με τον οποίο συγκρούονται με τις απόψεις τους, είναι πολύ ψυχαγωγικός γιατί χρησιμοποιούν πολύ συχνά και ο ένας και ο άλλος τον χλευασμό και την ειρωνεία. Είναι ένα τραγικό έργο, γιατί ένας από τους ανθρώπους που βλέπουμε στη σκηνή θα πεθάνει, και αυτό είναι πάντα τραγικό. Παρόλα αυτά νομίζω ότι είναι τρομερά ψυχαγωγικός ο τρόπος που αυτή η σύγκρουση αναπτύσσεται μπροστά μας. Αυτό μου αρέσει και στο ΜακΚάρθι και στα βιβλία του. Σαρκαστικά. Δεν αφήνει καμία ελπίδα.

Το έργο μιλά για τον διάλογο και την αμοιβαία κατανόηση δύο κόσμων. Παρά την σύγκρουση των δύο αντρών, φαίνεται ότι υπάρχει αμοιβαίος σεβασμός ανάμεσά τους.

Δεν ξεκινάνε σεβόμενοι ο ένας τον άλλον. Αρχίζει να σέβεται ο ένας τον άλλον όταν βλέπει με τι έχει να κάνει. Με τι είδους άνθρωπο. Και εκεί αναπτύσσεται ένας αμοιβαίος σεβασμός. Μια αμοιβαία πλάκα. Πειράζουν ο ένας τον άλλο συνέχεια. Άλλες φορές γιατί πρέπει να ελαφρύνει την ατμόσφαιρα ό ένας απέναντι στον άλλον. Άλλες φορές γιατί η ατμόσφαιρα που εκπέμπει ο ένας είναι πολύ σκοτεινή και προσπαθεί να την ελαφρύνει, και άλλες φορές ο άλλος γιατί εκπλήσσεται με την ευστροφία και τις δυνατότητες που έχει ένας φτωχός άνθρωπος που έχει βγάλει μόνο το δημοτικό να σκέφτεται τόσο βαθιά. Να είναι τόσο εύστροφος άρα ψυχαγωγικώς να σε εκπλήσσει, και η έκπληξη είναι ένα στοιχείο της κωμωδίας. Η κωμωδία έχει πάντα την έκπληξη.

Κάποια στιγμή ο Λευκός λέει: «Δεν πιστεύω στο Θεό. Κοίτα γύρω σου, ο κόσμος είναι μόνο πόνος.» Είναι ο Λευκός απελπισμένος; Σας αγγίζει αυτή η απελπισία;

 Δεν είναι απελπισία για τον Καθηγητή με την έννοια ότι είναι ένας πολύ κατασταλαγμένος άνθρωπος. Σε κάποια στιγμή ο Λευκός λέει κάτι άλλο: «Η εξέλιξη δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στη νοήμονα ζωή σε μία και μόνο επίγνωση, μία και μόνη αλήθεια που είναι πάνω από όλες τις άλλες. Ματαιότητα». Αυτό το συμμερίζομαι εκατό τοις εκατό. Tαυτίζομαι με τον ΜακΚάρθι και τον ήρωα. Θεωρώ ότι ναι, υπάρχει μια ματαιότητα σε αυτό που έχουμε χτίσει πάνω σε αυτό τον πλανήτη. Την τελευταία δεκαετία είναι πολλά τα σημάδια, ότι αυτή η ματαιότητα μας οδηγεί σε ακραίες αντιδράσεις. Υπάρχουν άνθρωποι που λένε ότι δεν πειράζει ας καταστρέψουμε το περιβάλλον, εγώ θα επιβιώσω γιατί έχω τα μέσα. Υπάρχουν κυβερνήσεις που σκέφτονται έτσι. Η Αμερικάνικη κυβέρνηση έτσι πολιτεύεται τα τελευταία χρόνια. Από την άλλη αν και απαισιόδοξος κρατάω πάντα μία ερώτηση μέσα στο βάθος του κεφαλιού μου: Τι θα γινόταν εάν… Αυτό, το τι θα γινόταν εάν, σημαίνει ότι υπάρχει ένα περιθώριο να βελτιωθούν τα πράγματα. Να γίνει ο κόσμος καλύτερος. Δεν νομίζω ότι το συμμερίζεται ο Μακ Καρθι, αλλά εγώ έτσι σκέφτομαι.

– Η σύγκρουση με τον Μαύρο κορυφώνεται με τη φράση «Δεν μπορείς απλά να τα παρατήσεις στη ζωή σου. Δεν σου ανήκει για να τα παρατήσεις.» Πως διαχειρίζεστε αυτή τη συγκρουση πίστης και απελπισίας;

Ο Μαύρος πιστεύει ότι οι ζωές δεν ανήκουν στους ίδιους τους ανθρώπους αλλά στον Δημιουργό τους, δηλαδή στον Θεό. Δεν συμμερίζομαι αυτή την άποψη. Οι ζωές ανήκουν στους ανθρώπους. Μπορεί να κάνουμε λάθη, μπορεί να κάνουμε ολέθρια πράγματα στον εαυτό μας, αλλά είναι ο εαυτός μας και μας ανήκει. Διακαιόμαστε να το κάνουμε.

Με τις επιλογές μας όμως δεν ορίζουμε τη ζωή μας;

Όχι γιατί τα τυχαία γεγονότα είναι που παίζουν πολύ μεγάλο ρόλο στις ζωές μας ατομικά και στις κοινωνίες.

Τι είναι τύχη;

Η τύχη δεν είναι καλή ή κακή. Συμβαίνουν πράγματα απρόβλεπτα που οφείλονται σε αυτό που λέει ο Μπομπ Ντύλαν στο Simple twist of fate, μια απλή στροφή της μοίρας. Ένα τυχαίο γεγονός μπορεί να αλλάξει τη μοίρα μιας χώρας, τη μοίρα ενός ανθρώπου.

Ο Λευκός είναι εγωιστής;

Ναι, γιατί όλοι μας είμαστε εγωιστές. Και ο Μαύρος είναι εγωιστής. Tο κήρυγμα του εντός και εκτός εισαγωγικών είναι του απόλυτου αλτρουϊσμού. Λέει σε ένα σημείο ότι ο μόνος τρόπος για να σώσεις τον εαυτό σου είναι να φροντίσεις να σώσεις τον αδερφό σου. Παρόλα αυτά δεν ξεφεύγει από τη μοίρα ως δισυπόστατο ον, να ωφελείται από τον αλτρουϊσμό και από την φροντίδα προς τον πλησίον. Αλλά ταυτόχρονα η ωφέλεια αυτή, που μπορεί να είναι καθαρά πνευματική καμιά φορά, έχει και μια υλική βάση. Ωφελούμενος σημαίνει ότι κατακτάς πιο ισχυρή θέση στη κοινωνία, δηλαδή τροφοδοτείς τον εγωιστικό εαυτό σου, να είναι ο απόλυτος άρχοντας του σύμπαντος. Ο καθένας από εμάς αυτό επιθυμεί. Αλλά σύμπαν χωρίς άλλους ανθρώπους δεν υπάρχει άρα είσαι υποχρεωμένος σε όλη σου τη ζωή να ασκείς αυτή την υπέρτατη τέχνη του συμβιβασμού. Πρέπει να συμβιβάζεσαι.

Ο Λευκός και ο Μαύρος έχουν ένα κοινό σημείο; Πιστεύουν στο ίδιο πράγμα;

Είναι ταυτισμένοι και οι δύο σε ότι αφορά την κοινωνική δικαιοσύνη. Πιστεύουν ακράδαντα και οι δύο ότι είναι ίσοι. Δεν παίζει κανένα ρόλο ότι ο ένας είναι άσπρος και ο άλλος μαύρος. Είναι ένα από τα πράγματα που υποβόσκει σε όλο το έργο. Ούτε μία στιγμή ο Άσπρος δεν διανοείται, να υπονοήσει καν ότι είναι κάτι πιο προνομιούχο από τον φτωχό Μαύρο που ζει σε μια φτωχή γειτονιά, με φτωχά μέσα. Και ο Μαύρος δεν σταματά να επαναλαμβάνει ότι δεν υπάρχουν άσπροι, μαύροι, εβραίοι, ξένοι. Υπάρχουν μόνο άνθρωποι. Σε αυτό ταυτίζονται απόλυτα.

Οι ήρωες του ΜακΚάρθι συζητάνε για πίστη και αμφιβολία. Υπάρχει πίστη θρησκευτική, πολιτική, κοινωνική ή κυριαρχεί η αμφιβολία;

Δεν υπάρχει ούτε απόλυτη πίστη ούτε απόλυτη αμφισβήτηση από καμία πλευρά. Και όσο πιο γρήγορα καταλάβουν οι άνθρωποι ότι η μεγάλη τέχνη για να κάνεις μια καλύτερη κοινωνία είναι η τέχνη του να συμβιβάζεσαι, να κάνεις συμφωνίες με τους άλλους, τόσο πιο ήρεμες και ευτυχισμένες ζωές θα μπορούσαμε να ζούμε σαν κοινωνίες και σαν άτομα.

Τι σας προκαλεί μεγαλύτερη ανησυχία, η πολιτική της κυβέρνησης ή ο τρόπος που αντιμετωπίζεται από τον δημόσιο διάλογο;

Και τα δύο έχουν το ενδιαφέρον τους. Αυτό το οποίο έχει κάνει τον Μητσοτάκη να βρίσκεται σε ένα ηθικό, αλλά που έχει αντίκρισμα και στις δημοσκοπήσεις, κατερχόμενο σπειροειδές ξεκινάει από την εποχή των υποκλοπών.  Για μένα εκεί ήταν το κρίσιμο σημείο. Συνελήφθη η κυβέρνηση να παρακολουθεί πολιτικούς αντιπάλους και άλλους, και όλο αυτό προσπάθησε να το ξεπεράσει με γαργάρες. Από εκεί ξεκινάει μια ηθική ρωγμή. Καταλαβαίνεις ότι έχεις να κάνεις με μια κυβέρνηση που δεν σέβεται τους κανόνες με τους οποίους όταν εξελέγη υποσχέθηκε ότι θα σεβαστεί, προς αντίπαλο δέος σε μια άλλη κυβέρνηση που παρέβη αυτούς τους κανόνες. Αμέσως έχεις ένα θέμα εκεί. Και από τότε η πολιτική στάση αυτής της κυβέρνησης δεν έχει αλλάξει. Όλα τα θέματα προσπαθεί να τα αντιμετωπίσει, ρίχνοντας πτυχές τις κάθε υπόθεσης κάτω από το χαλί. Γι’ αυτό αυτή η κυβέρνηση χάνει από την πολιτική της νομιμοποίησή συνέχεια από εξάμηνο σε εξάμηνο, και αρνείται να σπάσει αυτό το δεσμό τον οποίο κλείστηκε μόνη της. Άρα είναι άξια της μοίρας της.

Αν η διακυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν θεατρική παράσταση, ποια θα μπορούσε να είναι;

Δεν υπάρχει τέτοια παράσταση. Οι παραστάσεις είναι κάτι πολύ πιο υπερβατικό, είναι ένα σχόλιο για την ανθρώπινη κατάσταση, είναι κάτι πολύ ιερό. Στην συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν αγνές προθέσεις. Η Τέχνη έχει αγνές προθέσεις στη συντριπτική της πλειοψηφία, είναι πολύ σπάνιο να πέσει με τα μούτρα για τα λεφτά. Πάντα, ακόμα και στα μεγαλύτερα blockbuster κάποιου αμερικανικού studio, που κάνει ταινίες με υπερήρωες για να βγάλει δισεκατομμύρια, πάντα υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν τη δουλειά τους με μεράκι, γιατί θέλουν να παρουσιάσουνε τον Spiderman στην καλύτερη εκδοχή του. Δεν υπάρχει αυτό στις κυβερνήσεις. Στις κυβερνήσεις υπάρχει ένας κυνισμός. Ο οποίος οφείλεται σε δύο εν γένει αδυναμίες της δημοκρατίας. Η μία είναι η περιοδική εκλογιμότητα, δηλαδή τον πρώτο χρόνο αφότου εκλεγείς μπορεί να κάνεις κάτι από αυτά που υποσχέθηκες. Τα άλλα τρία ασχολείσαι με το πως θα επανεκλεγείς. Είναι σε δευτερεύουσα μοίρα αυτά που υποσχέθηκες ότι θα κάνεις. Και το δεύτερο είναι ότι έχουμε επαγγελματικοποιήσει τη πολιτική, γιατί έτσι είναι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Αλλά στην αρχαία Αθήνα είχαν βρει τη λύση. Υπήρχαν οι αιρετοί και υπήρχαν και οι κληρωτοί. Υποχρέωναν τους πολίτες μετά από κλήρωση, ναι τώρα θα αναλάβεις την ευθύνη ρε φίλε. Θα φυλάς αυτό το σταυροδρόμι μην συγκρουστούν τα κάρα. Το έχουμε απεμπολήσει αυτό.

– Από την άλλη και η Αριστερά, έχει χάσει καθε επαφή με την κοινωνία ή μιλά για θέματα που δεν αφορούν την καθημερινότητα…

Φοβάμαι ότι δεν είναι τωρινό. Θυμάμαι τον εαυτό μου ως πολύ ενεργό τη δεκαετία μετά την μεταπολίτευση, από το 1974 ως το 1985, προβάλαμε καμιά φορά πράγματα που το ευρύ κοινό μας κοίταζε άναυδο. Το είχε αυτό η Αριστερά πάντα.

Μπορείτε να μου περιγράψετε την Αριστερά μια μια πρόταση;

Νομίζω ότι το να είναι κανείς Αριστερός πρέπει να ακολουθεί έναν χρυσό κανόνα σε όλες τις εκφάνσεις της ζωή του, στη προσωπική στη συλλογική, στη πολιτική του στάση, και στη στάση απέναντι στον πλανήτη: Μην πατάς τον άλλον στο λαιμό. Αυτό είναι το να είσαι αριστερός. Αν αυτό το ενστερνιστείς μπορείς να το εφαρμόσεις σε κάθε περίπτωση. Αλλά πρέπει να έχεις μια ηθική στάση απέναντι στον εαυτό σου, μην προσπαθείς να εξαπατήσεις τον εαυτό σου. Άλλο μεγάλο κεφάλαιο γιατί οι άνθρωποι έχουν την τάση να αυτοεξαπατώμεθα, είναι μέρος της εξέλιξης του Δαρβίνου.

– Τι μήνυμα θέλετε να πάρει το κοινό φεύγοντας από την παράσταση;

Με ενδιαφέρει πάρα πολύ το κοινό να σκεφτεί, πόσες φορές από αυτά που άκουσαν σε μιάμιση ώρα είχε δίκιο ο ένας, και πόσες φορές είχε δίκιο ο άλλος. Αυτό κάνει η Τέχνη. Η Τέχνη σχολιάζει την ανθρώπινη κατάσταση. Δεν επιχειρεί να την αλλάξει. Πρέπει να θέλεις να δεις μια παράσταση, να θέλεις να δες μια ταινία. Βγαίνοντας να πεις ήταν ωραία αυτή η παράσταση, τώρα ας σκεφτώ και τι μου άρεσε. Αλλά πρώτα απ’ όλα να βγεις ευχαριστημένος.

Σας ευχαριστώ, καλή επιτυχία.

Info

Τοποθεσία: Επί Κολωνώ, Ναυπλίου 12 & Λένορμαν 94, Αθήνα

Πρεμιέρα: Τρίτη 21 Οκτωβρίου στις 21.00
Ημέρες-Ώρες Παραστάσεων:
Δευτέρα, Τρίτη: 21:00, Τετάρτη: 19.30 & Κυριακή: 21:15

Διάρκεια: 100’

Τιμές εισιτηρίων: Α’ ζώνη 25€, Β’ ζώνη 22€, Φοιτητικό, ανέργων, 70+, ΑμεΑ 18€

* Για τα εισιτήρια ΑμεΑ είναι απαραίτητη η επικοινωνία με το ταμείο του θεάτρου

** Ισχύουν ειδικές τιμές για ομαδικές κρατήσεις

Πληροφορίες: Τηλ.: 210 5138067, www.epikolono.gr

Ηλεκτρονική προπώληση: More.com
https://www.more.com/gr-el/tickets/theater/aspro-mauro